Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

Άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος

Άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος ο προστάτης άγιος για τις κήλες!!! [μνήμη 20 Οκτωβρίου]


St Artemius
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου και ενδόξου μεγαλομάρτυρα Αρτεμίου. Ο άγιος Αρτέμιος ήταν στρατιωτικός στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Για την αρετή του και τις άλλες ικανότητες του, ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας τον ανέβασε στα ανώτατα κρατικά αξιώματα και στα 330 ο Αρτέμιος ήταν Αυγουστάλιος, δηλαδή μικρός αύγουστος και βασιλέας της Αλεξάνδρειας και της Αιγύπτου. Όταν ο διάδοχος του Μεγάλου Κωνσταντίνου Κωνστάντιος, που ήταν αρειανός, εδίωκε τον άγιο Αθανάσιο κι ήθελε να τον συλλαβει, ο άγιος Αρτέμιος διευκόλυνε τον μεγάλο πρόμαχο της Ορθοδοξίας να φύγει και να κρυφτεί στα μοναστήρια τής Αιγύπτου.
Στα 361, ύστερ’ από το θάνατο του Κωνσταντίου, στον αυτοκρατορικό θρόνο ανέβηκε ο Ιουλιανός, που ήταν ανεψιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο Ιουλιανός είναι ένας τραγικός άνθρωπος της ιστορίας. Ύστερ’ από πενήντα χρόνια, που η Εκκλησία ήταν ελεύθερη, ο Ιουλιανός θέλησε να ξαναφέρει πίσω την ειδωλολατρία και να διώξει τους χριστιανούς. Ήταν πρώτα χριστιανός, είχε δεχθεί το βάπτισμα και για λίγον καιρό μάλιστα ήταν στας Αθήνας συμφοιτητής με τον Άγιο Βασίλειο και τον άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Πολλές αιτίες τον έκαμαν για να πιστέψει πώς η επάνοδος στην ειδωλολατρία θα ήταν για το καλό της αυτοκρατορίας. Στην ιστορία έμεινε το όνομά του Ιουλιανός ο παραβάτης ή αποστάτης.
Ο Ιουλιανός βασίλεψε μόνο δυό ή δυόμιση χρόνια, γιατί σκοτώθηκε σε ηλικία 32 ετών στην Περσία, στον πόλεμο που άνοιξε εναντίον των Περσών. Στο λίγον καιρό της βασιλείας του πολύ ταλαιπωρήθηκε η Εκκλησία· οι ειδωλολάτρες ξαναπήραν θάρρος και μαζί με τους αιρετικούς αρχίσανε να διώκουν τους ορθοδόξους. Θύμα αυτών των διωγμών είναι και ο άγιος Αρτέμιος. Ήταν τώρα ανώτατος αξιωματούχος του κράτους στη Συρία, κι όταν είδε να διώκονται οι χριστιανοί, να αρπάζονται και να δημεύονται τα εκκλησιαστικά, παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα και δεν δίστασε να τον ελέγξει κατά πρόσωπον, για την αλλαξοπιστία του και για την περιφρόνηση της Εκκλησίας.
Αυτό ήταν αρκετό, για να εξοργισθεί ο Ιουλιανός και να διατάξει να τον βασανίσουν. Τότε ξανάρχισαν τα μαρτύρια των αρχαίων διωγμών και ο άγιος Αρτέμιος, ο ανώτατος πρώτα κρατικός αξιωματούχος, πάλεβε τώρα με την οργή του αυτοκράτορα, αφημένος στα χέρια σκληρών και απάνθρωπων δημίων. Τον έδειραν σκληρά, του ξέσκισαν το σώμα, τον πέτρωσαν κάτω από μια μεγάλη και βαριά πλάκα, που βγήκαν τα μάτια του και ξεχύθηκαν τα σπλάγχνα του και τελευταία τον αποκεφάλισαν. Έπειτα από πενήντα χρόνια, που είχαν πάψει οι διωγμοί κατά των χριστιανών, οι ειδωλολάτρες σαν και να έπαιρναν τώρα εκδίκηση κι έδειχναν όλη τους την κακία και το μίσος.
Η απόπειρα του Ιουλιανού να ξαναφέρει την ειδωλολατρία είναι η πρώτη, άλλ’ όχι και η τελευταία. Λέγεται ότι, όταν ο παραβάτης τραυματισμένος βαριά στον πόλεμο, έβλεπε να πλησιάζει το τέλος του, πήρε με το χέρι, του από το αίμα του, ράντισε γύρω και είπε· «Νενίκηκας, Χριστέ. Κορέσθητι, Ναζωραίε». Και ότι βέβαια ο Χριστός νίκησε και τότε και νικά πάντα είναι γεγονός, όχι όμως ότι και χαίρει στα αίματα των διωκτών του. Η Εκκλησία διώκεται και σηκώνει το μαρτύριο για την πίστη του Χριστού κι όχι μόνο δεν χαίρει στις συμφορές των εχθρών της, αλλά και εύχεται γι’ αυτούς να ανανήψουν και να μετανοήσουν. Ο Ιησούς Χριστός ευχότανε για κείνους πού τον σταύρωσαν «Πάτερ, άφες αυτοίς,..».
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έζησε την αποτυχημένη εκείνη απόπειρα του παραβάτη, σε δυό στηλιτευτικούς λόγους του κατά του Ιουλιανού, περιγράφει την ταλαιπωρία και το διωγμό της Εκκλησίας, αλλά και χαρακτηρίζει γενικότερα το τραγικό τόλμημα της επαναφοράς της ειδωλολατρίας” «… το πειράσθαι τα χριστιανών μετατιθέναι και παρακινείν ουδέν έτερον ή την Ρωμαίων παρασαλευειν αρχήν». Δηλαδή κάθε απόπειρα εναντίον της Εκκλησίας είναι σε βάρος του κράτους. Αν αυτό ίσχυε για τότε, πολύ περισσότερο για τώρα, που οι λαοί και τα κράτη είναι πια από παράδοση χριστιανικά, κι έτσι ή αλλιώς ζούνε μέσα στην πίστη, για την οποία μαρτύρησε ο άγιος μεγαλομάρτυρας Αρτέμιος. Αμήν.
(+Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Εικόνες Έμψυχοι, Εκδ. Αποστ. Διακονίας σ. 138)
pigi diakonima

Κυριακὴ Γ´Λουκᾶ (Λουκ. ζ´11-16)

Κυριακὴ Γ´Λουκᾶ (Λουκ. ζ´11-16)
Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))



 


 




Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο μᾶς λέει γιὰ τὸ θαῦμα ποὺ ἔκαμε ὁ Ἰησοῦς στὴν πόλη Ναΐν, τότε ποὺ ἀνέστησε τὸ μοναχογιὸ τῆς χήρας μητέρας. Μέσα στὰ πολλὰ θαύματα ποὺ ἔκαμε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καθὼς τὰ βλέπουμε στὰ Ἱερὰ Εὐαγγέλια, εἶναι ὅτι ἀνέστησε καὶ νεκρούς. Τὸ γιὸ τῆς χήρας, τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου, τὸ φίλο του τὸ Λάζαρο καὶ τελευταῖα τὸν ἑαυτό του. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅπως τὸ ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο σήμερα, εἶναι ὁ Κύριος· στὰ χέρια του καὶ στὴν ἐξουσία του εἶναι ἡ ζωὴ κι ὁ θάνατος. Ἂς ἀκούσουμε ὅμως πρῶτα τὸ Εὐαγγέλιο στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα κι ὕστερα λέμε ὅσα μᾶς δώση νὰ ποῦμε τὸ θεῖο Πνεῦμα.

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ πήγαινε ὁ Ἰησοῦς σὲ μία πόλη ποὺ τὴν ἔλεγαν Ναΐν· καὶ πήγαιναν μαζί του πολλοὶ μαθηταί του καὶ πολὺς κόσμος. Καὶ μόλις πλησίασε στὴν πύλη τῆς πόλεως, νὰ κι ἔβγαζαν ἕναν πεθαμένο, μοναχογιὸ στὴ μητέρα του ποὺ ἦταν καὶ χήρα κι ἦταν μαζί της πολὺς κόσμος ἀπὸ τὴν πόλη. Κι ὅταν τὴν εἶδε ὁ Κύριος τὴ λυπήθηκε καὶ τῆς εἶπε· Μὴν κλαῖς· καὶ πλησίασε κι ἀκούμπησε τὸ χέρι του στὴν κάσσα. Ἐκεῖνοι ποὺ σήκωναν τὸν πεθαμένο σταμάτησαν καὶ ὁ Κύριος εἶπε· Παλληκάρι, σὲ σένα λέω, σήκω ἐπάνω. Καὶ σηκώθηκε καθιστὸς ὁ νεκρὸς μέσ' στὴν κάσσα κι ἄρχισε νὰ μιλάη καὶ ὁ Κύριος τὸν ἔδωκε στὴ μητέρα του. Καὶ τοὺς ἔπιασε ὅλους φόβος καὶ δόξαζαν τὸ Θεὸ κι ἔλεγαν πὼς μεγάλος προφήτης παρουσιάστηκε μεταξύ μας καὶ πὼς ὁ Θεὸς ἐπισκέφθηκε τὸ λαό του.

Ὁ θάνατος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι τὸ μεγάλο μυστήριο. Ὁ θάνατος εἶναι ὁ μεγάλος μας φόβος. Ὁ θάνατος εἶναι ποὺ καὶ νὰ τὸν θυμόμαστε μόνο, μᾶς παγώνει τὸ αἷμα. Κι ὅλα ἐτοῦτα, γιατί ἀκόμα δὲν εἴμαστε γεροὶ στὴν πίστη μας καὶ μπροστὰ στὸ θάνατο φοβόμαστε καὶ λυπόμαστε «ὡς οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα», καθὼς τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος. Ἂς λέμε κάθε μέρα τὸ «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», μὰ ἐμεῖς εἴμαστε σὰν ἐκείνους ποὺ πέρ' ἀπὸ τὸ θάνατο δὲν ἐλπίζουνε πιὰ σὲ τίποτα. Πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος, τὸν θάβουν καὶ νομίζουν πὼς αὐτὸ ἦταν ὅλο. Νομίζουν πὼς δὲν ὑπάρχει πιὰ τίποτα, μήτε ψυχὴ μήτε ζωὴ μήτε ἀνάσταση. Γι' αὐτὸ οἱ πολλοὶ κλαῖνε καὶ σκοτώνονται καὶ χάνουν τὰ λογικά τους καὶ τὰ βάζουν μὲ τὸ Θεό. Καὶ μ' ὅλα ἐτοῦτα ποὺ κάνουν δείχνουν καθαρὰ πὼς δὲν εἶναι χριστιανοὶ κι ἂς λένε πὼς πιστεύουν. Ποιὸς εἶπε νὰ μὴ λυπᾶσαι, ὅταν φεύγη ὁ ἄνθρωπός σου; Ποιὸς τὸ θέλει νὰ μὴ δακρύσης καὶ νὰ μὴν κλάψης; Ἀνθρώπινο εἶναι καὶ φυσικό. Καὶ στὴν ξενητιὰ ὅταν φεύγουν οἱ δικοί μας, κλαῖμε ποὺ τοὺς χωριζόμαστε. Μὰ δὲν ἀφίνουμε νὰ μᾶς πνίξη ὁ πόνος καὶ νὰ μᾶς θολώση τὰ λογικά μας ἡ λύπη. Φεύγουν, δὲν χάνονται· θὰ 'ρθῆ καιρὸς καὶ πάλι νὰ τοὺς δοῦμε. Κι οἱ νεκροί μας φεύγουν, δὲν χάνονται· πηγαίνουν μπροστὰ ἀπὸ μᾶς ἐκεῖ ποὺ θὰ πᾶμε καὶ μεῖς καὶ θὰ τοὺς ξαναβροῦμε.

Μὰ νεκροὶ δὲν ὑπάρχουνε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· εἶπε πὼς ὁ Θεὸς δὲν εἶναι Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων. Ὅταν λέμε «ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν» κι οἱ πατέρες μας εἶναι πεθαμένοι αἰῶνες τώρα, πῶς λοιπὸν τὸ λέει ἡ Γραφή, ἂν ἦταν ὅσοι πέθαναν καὶ νὰ μὴν ὑπῆρχαν; Ὁ Χριστὸς κάθε φορὰ ποὺ μιλάει γιὰ τὸ θάνατο, ἀκοῦμε νὰ τὸν λέη πὼς εἶναι ὕπνος καὶ νὰ βεβαιώνη πὼς ὅσοι φεύγουν δὲν πεθαίνουν, μὰ κοιμοῦνται. Καὶ τί μᾶς χρειάζεται λοιπὸν καλύτερη ἀπόδειξη καὶ βεβαίωση ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ; Κι ὄχι μόνο τὸ βεβαίωσε μὲ τὸ λόγο, μὰ καὶ τὸ 'δειξε καὶ στὰ πράγματα πὼς ὁ θάνατος εἶναι ὕπνος· ὅπως ἐμεῖς φωνάζουμε καὶ σηκώνουμε κάποιον ἀπὸ τὸν ὕπνο, ἐκεῖνος φώναξε κι ἀνέστησε καὶ τὸ γιὸ τῆς χήρας καὶ τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου καὶ τὸ Λάζαρο. Τελευταῖα ἀναστήθηκε ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸν τάφο, σὰν νὰ σηκώθηκε ἀπὸ τὸν ὕπνο· «ἐξηγέρθη ὡς ὁ ὑπνῶν», καθὼς λέει ἡ Γραφή. Καὶ τώρα πιὰ ἡ πίστη μας κι ἡ ἐλπίδα μας εἶναι ὁ Χριστός· ἐκεῖνος μᾶς ἔδωκε τὴν ἀνάσταση καὶ μᾶς ἄνοιξε τὸ δρόμο γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. Αὐτὰ λένε τὰ Εὐαγγέλια, αὐτὰ ψέλνει ἡ Ἐκκλησία, αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη μας· πὼς ἐκεῖνοι ποὺ φεύγουν δὲν χάνονται· πὼς δὲν ὑπάρχουν νεκροί, ἀλλὰ «κεκοιμημένοι».

Τὸ ξέρω, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πὼς δύσκολα μὲ ἀκοῦτε. Μὰ πῶς θὰ μποροῦσα μὲ ἀνθρώπινα λόγια νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ ὅσα γίνονται πέρ' ἀπὸ τὸν τάφο; Μὰ καὶ σὲ μένα καὶ σὲ σᾶς ὁ Θεὸς μιλάει καὶ μᾶς λέει γιὰ κεῖνα, ποὺ δὲν τὰ βλέπουν τὰ μάτια μας καὶ δὲν τὰ βάζει ὁ νοῦς μας. Κι ὅταν μᾶς μιλάη, ὁ Θεός, ἐμεῖς δὲ ρωτοῦμε μήτε τὸ πῶς μήτε τὸ γιατί, μὰ δεχόμαστε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ δίνομε τὴν πίστη μας. Γιὰ ὅσα γίνονται στὴ γῆ μᾶς μιλοῦνε οἱ σοφοὶ καὶ τοὺς ἀκοῦμε· γιὰ ὅσα γίνονται στὸν οὐρανὸ μᾶς μιλάει ὁ Θεὸς καὶ τὸν πιστεύουμε. Ποιὸς πῆγε στὸν ἄλλο κόσμο καὶ γύρισε γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουμε; Ἕνας πῆγε καὶ γύρισε καὶ μᾶς μιλάει, γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουμε καὶ νὰ τὸν πιστέψουμε. Εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριος. Περιμένετε βέβαια, χριστιανοί μου, ν' ἀκοῦστε τώρα τί μᾶς λέει ὁ Χριστός, γιὰ τὸν ἄλλον κόσμο. Μὰ ὅλο τὸ εὐαγγέλιο αὐτὸ μᾶς λέει, πὼς γιὰ τοὺς πιστοὺς δὲν ὑπάρχει θάνατος. Τὸ εὐαγγέλιο εἶναι ἡ καλὴ ἀγγελία, τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς σωτηρίας. Κι ἡ σωτηρία αὐτή, γιὰ τὴν ὁποία ἦρθε καὶ τὴν ἔφερε ὁ Χριστός, ἕνα εἶναι· ἡ νίκη ἐναντίον τοῦ θανάτου, ἡ ἀνάσταση καὶ ἡ αἰώνιος ζωή. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ἡ ἀνάσταση εἶναι ἡ πίστη κι ἡ ἐλπίδα μας. Ἀγαπητοὶ χριστιανοί, φυσικὸ κι ἀνθρώπινο εἶναι νὰ φοβώμαστε καὶ νὰ λυπώμαστε μπροστὰ στὸ θάνατο. Μὰ ἂς μὴ κυριευώμαστε ἀπὸ τὸ φόβο κι ἀπὸ τὴ λύπη. Καὶ προπάντων ἂς μὴν ξεμακραίνουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, σὰν ποὺ τὸ συνηθίζουν πολλοὶ κι ὅταν ἔχουν πένθος δὲν πᾶνε στὴν Ἐκκλησία. Μὰ τότε δὰ εἶναι ποὺ δὲν πρέπει νὰ λείπουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ λιμάνι, στὴν Ἐκκλησία βρίσκουμε παρηγοριά, ἡ Ἐκκλησία μᾶς φωτίζει τὸ νοῦ καὶ μᾶς ζεσταίνει τὴν καρδιά. Ὁ νοῦς μας νὰ 'ναι φωτεινός, γιὰ νὰ βλέπουμε σωστὰ τὸν κόσμο κι ἡ καρδιά μας νὰ 'ναι ζεστή, γιὰ νὰ πιστεύουμε καὶ ν' ἀγαποῦμε καὶ νὰ ἐλπίζουμε. Μέσα σ' ἐτοῦτα δὲν ὑπάρχει θάνατος, μὰ ζωὴ αἰώνιος. Ἀμήν.
πηγη  Αγια ζώνη

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ

                                            


                                ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ


ΑΠΟ  ΑΥΡΙΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 18 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014 ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΣΑΒΒΑΤΟ  ΑΡΧΙΖΕΙ ΤΟ  ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΟ ΕΝΟΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΩΡΕΣ 11:00-13:00 π.μ.

Τό τοῦβλο

Τό τοῦβλο
Ἄγνωστος συγγραφεύς




Ἕνας νεαρὸς καὶ ἐπιτυχημένο στέλεχος ἑταιρείας, ὁδηγοῦσε τὴ νέα του τζάγκουαρ κάπως γρήγορα σὲ μία γειτονιὰ ὄχι καὶ τόσο καλοφήμη. Πρόσεχε μὴν τυχὸν κανένα παιδάκι ξεπροβάλει ἀπότομα ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ παρκαρισμένα αὐτοκίνητα. Κάποια στιγμὴ πιστεύοντας πὼς εἶδε κάτι νὰ κινεῖται ἐπιβράδυνε, ἀντὶ ὅμως νὰ ἐμφανιστεῖ κάποιο παιδάκι, ἕνα τοῦβλο χτύπησε μὲ δύναμη τὴν πλαινὴ πόρτα τῆς τζάγκουάρ του. Φρέναρε ἀπότομα καὶ κάνοντας ὄπισθεν κατευθύνθηκε στὸ σημεῖο ποὺ τὸ τοῦβλο εἶχε ριχτεῖ.

Φανερὰ θυμωμένος πετάχτηκε ἔξω ἀπὸ τὸ αὐτοκίνητό του, κι ἐπίασε ἕνα παιδὶ ποὺ βρῆκε κοντά του, τὸ ἔσπρωξε καὶ τὸ ἀκούμπησε μὲ τὴν πλάτη σὲ ἕνα παρκαρισμένο αὐτοκίνητο, φωνάζοντας «Γιατί τὸ ἔκανες αὐτὸ καὶ ποιὸς εἶσαι; Τί νομίζεις ὅτι κάνεις; Αὐτὸ εἶναι ἕνα καινούριο αὐτοκίνητο καὶ τὸ τοῦβλο ποῦ πέταξες τοῦ ἔκανε μία πολὺ ἀκριβῆ ζημιά! Γιατί τὸ ἔκανες»;

Τὸ νεαρὸ ἀγόρι ἀπολογητικά του εἶπε «σᾶς παρακαλῶ κύριε, σᾶς παρακαλῶ, ζητῶ συγνώμη, ἀλλὰ δὲν ἤξερα τί ἄλλο νὰ κάνω! Πέταξα τὸ τοῦβλο γιατί κανένας δὲν σταματοῦσε.»

Μὲ δάκρυα νὰ κυλᾶνε στὸ πρόσωπό του καὶ στὸ σαγόνι του, τὸ ἀγοράκι ἔδειξε πίσω ἀπὸ ἕνα παρκαρισμένο αὐτοκίνητο. «Εἶναι ὁ ἀδερφός μου» εἶπε. «Τὸ ἀναπηρικό του καροτσάκι ἀναποδογύρισε στὸ πεζοδρόμιο, ἔπεσε ἂπ τὸ καροτσάκι κι ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ τὸν σηκώσω».

Τὸ ἀγόρι ζήτησε ἀπὸ τὸν νεαρό: «Θὰ μπορούσατε σᾶς παρακαλῶ νὰ μὲ βοηθήσετε νὰ τὸν βάλουμε πίσω στὸ ἀναπηρικό του καροτσάκι; Εἶναι χτυπημένος καὶ εἶναι πολὺ βαρὺς γιὰ νὰ τὸν σηκώσω μόνος μου».

Ὁ ὁδηγὸς ἐμβρόντητος, προσπάθησε νὰ συνέλθει, σήκωσε γρήγορα τὸ ἀνάπηρο ἀγόρι καὶ τὸ καροτσάκι του, ἔπειτα πῆρε ἕνα χαρτομάντηλο καὶ περιποιήθηκε πρόχειρα τὶς πληγὲς τοῦ ἀγοριοῦ. Μὲ μία ματιὰ ποὺ τοῦ ἔριξε κατάλαβε πὼς τὰ τραύματα τοῦ παιδιοῦ ἦταν ἐπιφανειακὰ κι ὅλα θὰ πήγαιναν καλά.

«Σὲ εὐχαριστῶ, ὁ Θεὸς νὰ σὲ εὐλογεῖ» εἶπε τὸ εὐγνώμων ἀγοράκι στὸν ξένο. Ὁ ὁδηγὸς ταραγμένος ἀκόμη, ἁπλὰ κοιτοῦσε τὸ ἀγοράκι νὰ σπρώχνει τὸ καροτσάκι μὲ τὸν ἀδερφὸ τοῦ πάνω στὸ πεζοδρόμιο πηγαίνοντας γιὰ τὸ σπίτι τους.

Γύρισε πρὸς τὴ τζάγκουάρ του ἀργά. Ἡ ζημιὰ στὸ αὐτοκίνητο ἦταν ἐμφανέστατη ἀλλὰ ὁ νεαρὸς ποτὲ δὲν μπῆκε στὴν διαδικασία νὰ τὴν ἐπιδιορθώσει. Ἄφησε τὴ ζημιὰ νὰ ὑπάρχει γιὰ νὰ τοῦ θυμίζει τὸ μήνυμα «Μὴν ζεῖς τὴ ζωή σου τόσο γρήγορα ἔτσι ὥστε νὰ ἀναγκάζεις τὸν ἄλλον νὰ σοὺ πετάξει ἕνα τοῦβλο γιὰ νὰ τραβήξει τὴν προσοχή σου»!

Ὁ θεὸς ψιθυρίζει στὶς ψυχές μας καὶ μιλᾶ στὶς καρδιές μας. Μερικὲς φορὲς ὅταν δὲν ἔχουμε χρόνο νὰ ἀκούσουμε, εἶναι ἀναγκασμένος νὰ μᾶς πετάξει ἕνα τοῦβλο! Εἶναι ἐπιλογή μας νὰ ἀκοῦμε ἢ ὄχι
!
πηγή agia zoni

Μήπως παραπονιέσαι για το σταυρό σου;



cross 12
Ήταν κάποτε ένας νέος που δεν ήταν ποτέ ευχαριστημένος κι όλο παραπονιόταν για τις δυσκολίες που είχε στη ζωή του, τον Σταυρό δηλαδή που κουβαλούσε. Ο φύλακας Άγγελός του τον άκουγε στωικά, ώσπου μια μέρα άκουσε το παρόπονό του και του είπε:
– «Αφού ο Σταυρός που κουβαλάς σου φαίνεται ότι είναι δυσβάσταχτος και δεν είναι της αρεσκείας σου, διάλεξε άλλο Σταυρό, όποιον θέλεις». Και έφερε τον νέο σε μια πεδιάδα γεμάτη από Σταυρούς κάθε είδους και κάθε μεγέθους.
Ο νέος έτρεξε εδώ, έτρεξε εκεί, είδε πολλούς Σταυρούς και στο τέλος πλησίασε έναν ο οποίος ήταν στολισμένος με χρυσό και διαμάντια.
– «Είναι ο Σταυρός ενός πλούσιου, πάρτον αν θέλεις» είπε ο Άγγελος.
Ο νέος προσπάθησε να τον βγάλει από το έδαφος που ήταν καρφωμένος, αλλά δεν μπορούσε. Δοκίμασε πάλι και πάλι, αλλά δεν κατόρθωνε να τον κινήσει ούτε χιλιοστό. Τόσο βαρύς ήταν. Έτσι εγκατέλειψε την προσπάθεια. Προχώρησε πιο πέρα κι εκεί είδε έναν άλλο Σταυρό, αργυρό και αστραφτερό.
– «Αγαπητέ Άγγελε, επιθυμώ να έχω αυτόν το Σταυρό», φώναξε ο νέος και τον πήρε. Όμως, τα αιχμηρά άκρα του Σταυρού εκείνου έγδερναν τους ώμους του νέου κι έτσι μετά από λίγο τον άφησε. Δοκίμασε κι άλλους κι άλλους Σταυρούς, μα κανένας δεν του έκανε. Άλλοι ήταν μεγάλοι, άλλοι δυσανάλογοι, άλλο αιχμηροί. Απογοητευμένος, τότε ο νέος, γύρισε στον Άγγελό του και του είπε:
– «Δε θα με βοηθήσεις; Βλέπεις ότι κανείς από αυτούς τους Σταυρούς δεν είναι για μένα κι έχω εξαντληθεί και δεν μπορώ να ψάξω άλλο».
Στην άρνηση του Αγγέλου, ο νέος έστρεψε το κεφάλι του και τα μάτια του αντίκρισαν ένα μικρό ξύλινο Σταυρό. Ο νέος τότε τον άρπαξε και καθώς ήταν ο ελαφρύτερος από όσους είχε δοκιμάσει τον έβαλε στον ώμο του και αναφώνησε:
– «Βρήκα επιτέλους τον κατάλληλο Σταυρό κι αυτόν θέλω να πάρω».
Τότε ο Άγγελος του είπε:
– «Τέκνον μου, πάρε αυτόν τον Σταυρό, γιατί αυτός είναι ο καταλληλότερος για εσένα. Εκείνος ο Οποίος τον διάλεξε για σένα γνωρίζει καλά. Είναι ο Σταυρός τον οποίο κουβαλούσες μέχρι τώρα, παρά τα τόσα παράπονα και τις διαμαρτυρίες σου. Παρά την λίγη σου γενναιότητα και εμπιστοσύνη στο Πρόσωπό Του. Πάρτον και πάλι, αλλά αυτή τη φορά με ευγνωμοσύνη και αγάπη και κουβάλησέ τον μέχρι τέλους, γιατί αυτός ο Σταυρός είναι ο ίδιος που είχες εξαρχής και αυτός θα σε οδηγήσει ασφαλώς εκεί που πρέπει»!

Πηγή: agapienxristou.blogspot.ca

Αγάπη και εγωκεντρισμός

Αγάπη και εγωκεντρισμός

Αγάπη και εγωκεντρισμός2


Αγάπη και εγωκεντρισμός
Υπήρχε ένα τυφλό κορίτσι που μισούσε τον εαυτό του ακριβώς επειδή ήταν τυφλή.
Μισούσε τους πάντες, εκτός απ' τον αγαπημένο της φίλο. Αυτός ήταν πάντα εκεί για εκείνη. Είχε πει ότι αν ποτέ μπορούσε να δει τον κόσμο, θα παντρευόταν το φίλο της.
Μια μέρα, κάποιος της χάρισε ένα ζευγάρι μάτια και τότε εκείνη μπορούσε να δει τα πάντα, μαζί και το αγόρι της. Ο φίλος της τότε τη ρώτησε: "Τώρα που μπορείς να δεις τον κόσμο, θα με παντρευτείς?"
Το κορίτσι σοκαρίστηκε όταν είδε ότι και ο φίλος της ήταν τυφλός και αρνήθηκε να τον παντρευτεί.
Ο φίλος της έφυγε μακρυά πικραμένος.
Αργότερα της έγραψε ένα γράμμα λέγοντάς της:
"ΜΟΝΟ ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ