Ο Πλούτος και η Φτώχεια
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
Για ποιο λόγο, άνθρωπέ μου, ο πλούτος σου φαίνεται σπουδαίο πράγμα;
Σίγουρα γιατί σου αρέσουν οι απολαύσεις, γιατί ευχαριστιέσαι όταν σε θαυμάζουν ή ακόμα καλύτερα όταν σε ζηλεύουν οι άλλοι! Καμμιά φορά και γιατί μπορείς με τα χρήματα σου να κάνεις κακό στους εχθρούς σου! Τέλος, γιατί όλοι σε φοβούνται για τη δύναμη που σου δίνει ο πλούτος. Ναι, γι’ αυτές τις τέσσερεις αιτίες κυνηγάς τα λεφτά. Για την ηδονή, την κολακεία, την εκδίκηση και τον φόβο. Άλλη αιτία δεν υπάρχει.
Συνήθως, ο πλούτος ούτε πιο σοφό κάνει τον άνθρωπο, ούτε πιο συνετό, ούτε πιο καλό, ούτε πιο φιλάνθρωπο. Καμμιά αρετή δεν μπορεί να φυτέψει μέσα στην ψυχή μας ο πλούτος. Απεναντίας μάλιστα, αν βρει μερικές αρετές, τις ξεριζώνει, για να φυτέψει μέσα μας τις αντίστροφες κακίες!
Αυτά τα λέω και δεν θα πάψω να τα λέω, κι ας με κατηγορούν πολλοί. «Όλο με τους πλουσίους τα βάζεις», διαμαρτύρονται. Πράγματι! Όχι όμως με όλους, αλλά μόνο μ’ εκείνους που κάνουν εγωιστική και κακή χρήση του πλούτου τους.
Δεν χτυπάω τον πλούσιο, αλλά τον άρπαγα. Άλλο πλούσιος, άλλο άρπαγας. Να ξεχωρίζουμε τα πράγματα, για να μη δημιουργείται σύγχυση ή παρανόηση. Είσαι πλούσιος; Δεν σε εμποδίζω. Αρπάζεις; Σε αποδοκιμάζω. Έχεις τα κτήματα σου; Να τα χαίρεσαι. Παίρνεις τα ξένα; Δεν μπορώ να σωπάσω. Θέλεις να με πετροβολήσεις; Είμαι έτοιμος και το αίμα μου να χύσω, φτάνει να σε σταματήσω από την αμαρτία. Δεν νοιάζομαι για το μίσος, δεν τρομάζω από την πολεμική.Για ένα πράγμα μόνο νοιάζομαι, για την προκοπή εκείνων που με ακούνε.
«Πού είναι ο πλούτος σας;» θα ρωτούσα εκείνους που τον είχαν και τον έχασαν. Και θα τους ρωτούσα, όχι για να τους χλευάσω (ποτέ τέτοιο πράγμα!), ούτε για να ξύσω πληγές, αλλά για να κάνω διδασκαλία και λιμάνι της σωτηρίας σας το δικό τους ναυάγιο, για να αντιληφθείτε, ότι αυτός που σήμερα είναι πλούσιος, αύριο καταντάει φτωχός.
Γι’ αυτό πολλές φορές γέλασα, όταν διάβασα διαθήκες, που έγραφαν: «Ο τάδε να έχει την κυριότητα των αγρών ή του σπιτιού, τη χρήση όμως να την έχει άλλος». Μα όλοι τη χρήση έχουμε, κανείς δεν έχει την κυριότητα. Ακόμα κι αν μείνουμε πλούσιοι σ’ ολόκληρη τη ζωή μας, όταν πεθάνουμε, θέλουμε δεν θέλουμε, θα παραχωρήσουμε τον πλούτο μας σε άλλους. Γυμνοί φεύγουμε για την άλλη ζωή, αφού για μερικά χρόνια ήμασταν μόνο χρήστες, όχι όμως και κύριοι του πλούτου.
Ξέρετε ποιοι έχουν στην πραγματικότητα την κυριότητα του πλούτου; Όσοι περιφρονούν τη χρήση του και περιγελούν τις απολαύσεις. Όσοι σκορπάνε τα λεφτά τους και τα μοιράζουν στους φτωχούς, κάνουν καλή χρήση τους και φεύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο αληθινά πλούσιοι, πλούσιοι σε καλά έργα σε αγάπη και χάρη Θεού.
Να σε ρωτήσω όμως, γιατί, τέλος πάντων, θεωρείς τον πλούτο αξιοζήλευτο; Γιατί καλοτυχίζεις όσους έχουν πολλά χρήματα; Ποια είναι η διαφορά του πλούσιου από τον φτωχό; Άνθρωποι δεν είναι και οι δύο; Θα σου απόδείξω, μάλιστα, ότι ο ένας έχει την ανάγκη του άλλου, έτσι ώστε ούτε ο πλούσιος μπορεί να ζήσει δίχως τον φτωχό, ούτε ο φτωχός δίχως τον πλούσιο. Ο Θεός οικονόμησε σοφά αυτή την αλληλεξάρτηση, για να υπάρχει αμοιβαία αγάπη και συμπαράσταση, κοινωνική συνοχή και ευταξία. Πρέπει, μάλιστα, να τονίσω, ότι οι πλούσιοι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη των φτωχών παρά οι φτωχοί των πλουσίων.
Ας αφίσουμε για λίγο τη διδασκαλία του Χριστού και τα πνευματικά κριτήρια, και ας δούμε το θέμα μόνο λογικά και πρακτικά. Και για να το καταλάβεις, σου λέω ένα παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι χτίζονται δύο πόλεις, και με νόμο ορίζεται ότι στη μία θα κατοικούν μόνο πλούσιοι, ενώ στην άλλη μόνο φτωχοί. Αν στην πόλη των πλουσίων δεν υπάρχει ούτε ένας φτωχός και στην πόλη των φτωχών ούτε ένας πλούσιος, ας δούμε ποια θα μπορέσει να ικανοποιήσει καλύτερα τις ανάγκες της.
1. Στην πόλη, λοιπόν, των πλουσίων δεν θα υπάρχει τεχνίτης, ούτε χτίστης, ούτε μαραγκός, ούτε τσαγκάρης, ούτε φούρναρης, ούτε γεωργός, ούτε σιδεράς, ούτε άλλος κανένας. Γιατί ποιος πλούσιος θα καταδεχόταν να ασκήσει κάποιο απ’ αυτά τα επαγγέλματα, τη στιγμή που και όσοι τα ασκούν, όταν πλουτίσουν, τα εγκαταλείπουν; Έτσι, όμως, πώς θα μπορέσει να συντηρηθεί η πόλη; Δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά να καταργηθεί ο νόμος, που θέσαμε στην αρχή, και να κληθούν τεχνίτες, για ν’ αντιμετωπίσουν τις πρακτικές ανάγκες.
2. Ας δούμε τώρα και την πόλη των φτωχών. Αν, όπως ορίσαμε, δεν έχει κανέναν πλούσιο κάτοικο αλλά και κανένα πλούτο, ούτε χρυσάφι, ούτε ασήμι, ούτε πολύτιμα πετράδια, ούτε πορφυρά και χρυσοΰφαντα ενδύματα, ποια γνώμη έχεις; Κάτω από τέτοιες συνθήκες, θα είναι δύσκολη η ζωή της πόλης; Καθόλου. Γιατί, αν χρειαστεί να χτίσουν σπίτια ή να κατεργαστούν το σίδερο ή να υφάνουν ρούχα, δεν χρειάζονται χρυσάφι και ασήμι και μαργαριτάρια, αλλά τέχνη και χέρια. Κι αν πρέπει να σκάψουμε και να καλλιεργήσουμε τη γη, πλούσιοι ή φτωχοί μας χρειάζονται; Οπωσδήποτε φτωχοί. Πού θα χρειαστούμε, λοιπόν, τους πλουσίους, εκτός κι αν αποφασίσουμε να κατεδαφίσουμε την πόλη;
Βλέπε λοιπόν ακόμα και λογικά· παραλογισμός είναι ο πλούτος και αυταπάτη. Εγωιστική ανάγκη ισχύος και αρρώστια μεγαλομανίας.
Άχρηστοι είναι οι πλούσιοι, ναι, άχρηστοι, εκτός κι αν είναι ελεήμονες και φιλάνθρωποι. Μα, δυστυχώς, λίγοι πλούσιοι, πολύ λίγοι ξεχωρίζουν για τη φιλανθρωπία τους.
Οι περισσότεροι είναι βουτηγμένοι στη φιλαυτία, την ασπλαχνία, την αμαρτία. Γι’ αυτό μην τους ζηλεύεις. Εσύ να σκέφτεσαι τον Πέτρο και τον Παύλο, να σκέφτεσαι τον Ιωάννη και τον Ηλία, να σκέφτεσαι τον ίδιο το Χριστό, ο οποίος δεν είχε που να γείρει το κεφάλι Του. Μιμήσου τη φτώχεια Εκείνου και των αγίων Του, που ήταν στερημένοι από τα υλικά αγαθά, είχαν, όμως αμύθητα πνευματικά πλούτη.
Να θυμάσαι πάντα και τη διακήρυξη του Κυρίου, που βεβαίωσε πως είναι πολύ δύσκολο να σωθεί πλούσιος: «Όσοι έχουν χρήματα, πολύ δύσκολα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού. Πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα μέσ’ από βελόνας τρύπα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 18:24-25).
Δίπλα σ’ αυτή τη θεϊκή διακήρυξη βάλε, αν θέλεις, όλο το χρυσάφι της γης, και θα δεις ότι δεν αντισταθμίζει τη ζημιά, που θα σου προξενήσει η κατοχή του. Ακόμα, δηλαδή, κι αν είχες δικές σου την ξηρά και τη θάλασσα, τις χώρες και τις πολιτείες της οικουμένης, αν δούλευε για σένα η ανθρωπότητα, αν έδιναν για χάρη σου οι πηγές χρυσάφι αντί για νερό, και τότε θα έλεγα πως δεν αξίζεις απολύτως τίποτε, αφού θα έχανες την βασιλεία των ουρανών.
Τι πιο ανόητο, λοιπόν, από το να μη γνωρίζεις πως θ' αποκτήσεις το μεγαλύτερο κέρδος; Γιατί τα χρήματα πρέπει να τ’ αποκτάει κανείς σαν πραγματικός κύριος κι όχι σαν δούλος τους.Κανείς δεν είναι πιο άμυαλος από τον δούλο των χρημάτων. Νομίζει ότι τα εξουσιάζει, ενώ εκείνα τον εξουσιάζουν. Ενώ στην πραγματικότητα έχει σκλαβώσει τον εαυτό του, ικανοποιείται σαν να είναι αφέντης. Ενώ βλέπει έναν λυσσασμένο σκύλο να ορμάει εναντίον της ψυχής του, αντί να τον δέσει και να τον λιώσει από την πείνα, του δίνει όλο και περισσότερη τροφή, για να γίνει πιο φοβερός και να του επιτεθεί με μεγαλύτερη ορμή.
Ο φτωχός δεν λαχταράει τόσο τα αναγκαία, όσο ο πλούσιος τα περιττά. Ο Θεός σ’ έκανε πλούσιο για να βοηθάς όσους έχουν ανάγκη, για να βρεις τη συγχώρηση των αμαρτημάτων σου με τη φιλανθρωπία. Δεν σου έδωσε χρήματα για να τα φυλάς και να καταστραφείς, αλλά για να τα μοιράζεις και να σωθείς. Γι’ αυτό το λόγο έκανε και τον πλούτο αβέβαιο, πρόσκαιρο, ασταθή, για να ελαττώσει τη μανία σου για χρήματα.
Πες μου, ποιος ήταν φτωχότερος από τον προφήτη Ηλία; Κι όμως, μέσα σε τέτοια φτώχεια, ήταν ανώτερος και μακαριότερος απ’ όλους τους πλουσίους. Γιατί η πλούσια καρδιά του θεωρούσε πως όλου του κόσμου τα χρήματα δεν αξίζουν τίποτα, αν συγκριθούν με τη ζωή κοντά στο Θεό. Αν θεωρούσε σπουδαία τα πράγματα του κόσμου τούτου, δεν θα είχε μόνο μια μηλωτή. Γι’ αυτόν το λόγο, όταν ανέβαινε με το πύρινο άρμα στον ουρανό, τίποτ’ άλλο δεν άφησε στο μαθητή του Ελισαίο, παρά μόνο αυτή τη μηλωτή. «Μ’ αυτήν», του είπε, «πάλεψα ενάντια στο διάβολο. Πάρε την κι εσύ, λοιπόν, και κάνε το ίδιο. Γιατί η ακτημοσύνη είναι όπλο ισχυρό, ακαταγώνιστο». Κι ο Ελισαίος δεχτηκε τη μηλωτή σαν την πιο μεγάλη κληρονομιά. Πράγματι, άξιζε περισσότερο απ’ όλο το χρυσάφι της γης. Μ’ εκείνη τη μηλωτή έγινε διπλός Ηλίας, προφήτης και θαυματουργός.
Τι θα κάνετε, όμως, όταν σας αποδείξω πως όλοι πήραμε κάτι άλλο, ασύγκριτα πολυτιμότερο απ’ αυτό που πήρε εκείνος; Ο Ηλίας, δηλαδή, ανεβαίνοντας στον ουρανό, άφησε στο μαθητή του τη μηλωτή του. Και ο Υιός του Θεού, ανεβαίνοντας στον ουρανό, άφησε σ’ εμάς τη Σάρκα Του.
Όταν, λοιπόν, χάνουμε περιουσίες και χρήματα, να μην ταραζόμαστε, αλλά να λέμε: «Ας είναι δοξασμένος ο Θεός, και θα βρούμε πλούτο πολύ μεγαλύτερο». Όσο θα ωφεληθούμε μ' αυτόν μόνο το λόγο, δεν θα ωφεληθούμε ούτε αν ξοδεύουμε ό,τι έχουμε σε αγαθοεργίες, ούτε αν γυρίζουμε παντού αναζητώντας φτωχούς, για να τους βοηθήσουμε, ούτε αν σκορπάμε τα λεφτά μας για να προσφέρουμε φαγητό στους πεινασμένους.
Γι’ αυτόν το λόγο δεν θαυμάζω τόσο τον Ιώβ, επειδή είχε το σπίτι του ανοιχτό σ’ εκείνους που χρειάζονταν βοήθεια, όσο γιατί με ευχαριστία και δοξολογία του Θεού σήκωσε την απώλεια των αγαθών του. Όποιος μπορέσει, όταν δοκιμάσει συμφορά, να πει ειλικρινά και αγόγγυστα ό,τι είπε εκείνος: «Ο Κύριος μου έδωσε όσα είχα, ο Κύριος μου τα πήρε» (Ιώβ 1:21), μόνο για το λόγο τούτο θα ανακηρυχθεί δίκαιος μαζί με τον Ιώβ και θα σταθεί ένδοξος κοντά στον Αβραάμ.
Όταν ο διάβολος αρπάζει τον πλούτο σου μ’ οποιονδήποτε τρόπο κι εσύ δοξολογείς τον Κύριο, πληγώνεις διπλά τον εχθρό, αφενός γιατί δεν λυπήθηκες για όσα έχασες, κι αφετέρου γιατί δέχεσαι ακόμα και τη δυστυχία ευχαριστώντας το Θεό! Ο διάβολος, αν δει ότι στενοχωριέσαι για την απώλεια των χρημάτων και τα βάζεις με το Θεό, ποτέ δεν θα πάψει να σου προξενεί παρόμοιους πειρασμούς. Αν, όμως, σε δει να αντιμετωπίζεις και τη μεγαλύτερη ακόμα καταστροφή με ιώβεια υπομονή και μακροθυμία, θα σταματήσει να σε πολεμάει, για να μη σου εξασφαλίσει, χωρίς να το θέλει, λαμπρότερα στεφάνια. Και ο μεν Ιώβ, χάρη στη θεάρεστη στάση του, πήρε πίσω διπλά εκείνα που είχε χάσει. Εσύ, όμως, όχι μόνο διπλά και τριπλά, μα εκατονταπλάσια θα τα πάρεις όλα, αν υπομείνεις με πνευματική γενναιότητα τις συμφορές, και, το σπουδαιότερο, θα κληρονομήσεις την αιώνια ζωή, την οποία εύχομαι ν' απολαύσουμε όλοι μας, με τη χάρη του Κυρίου
πηγη.enoriako info