Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

 

π. Ἀνδρέα Ἀγαθοκλέους

Σχόλιο στό Ευαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Θ΄ Λουκᾶ

 Αὐτό τό «ἄφρον», ἀνόητε, δέν λέγεται εὔκολα γιά ἄνθρωπο! Τό εἶπε, ὅμως, ὁ Χριστός γιά αὐτόν πού θησαύριζε γιά τόν ἑαυτό του. Ὅπως καί ὁ Δαυίδ, στούς Ψαλμούς του, ἀναφέρει γιά ἐκεῖνο τόν «ἄφρονα» πού εἶπε «ἐν τῇ καρδίᾳ του» ὅτι «δέν ὑπάρχει Θεός!».

Ὁ ἕνας ζεῖ ἐγωκεντρικά· ὁ ἄλλος χωρίς Θεό. Στήν πραγματικότητα καί οἱ δύο ζοῦν χωρίς Θεό. Ὁ «ἄφρονας πλούσιος» εἶχε γιά Θεό τόν ἑαυτό του, τά πλούτη του. Οἱ προβληματισμοί του, οἱ προγραμματισμοί του, κινοῦνταν γύρω ἀπό τόν ἑαυτό του.

Ἔτσι δέν μπόρεσε, ἀκόμα καί μέ τή λογική του, νά καταλάβει τό ἐρχόμενο τέλος. Κι ἔμεινε μετέωρος, χωρίς τό Θεό πού μαζί Του θά καταργοῦσε τό θάνατο.

Πόσο εὔκολο νά παρασυρθοῦμε ἀπό τή ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων! Πόσο δύσκολο νά ἀποδεχτοῦμε τό ἐρχόμενο τέλος!

Ὅσοι βιώνουν τό «γρηγορεῖτε!», πού ὁ Χριστός καλεῖ τούς μαθητές Του νά τό ζήσουν στήν καθημερινότητα, ἔχουν μνήμη θανάτου. Ὄχι μέ θλίψη πού διαλύει τήν ὕπαρξη οὔτε μιζέρια πού ἀδρανοποιεῖ κάθε ζωντάνια, ἀλλά μέ τήν ἐξυπνάδα πού ἀπολαμβάνει τήν ὀμορφιά τοῦ κόσμου τούτου, πού χαίρεται τήν ἀνθρώπινη σχέση, πού μετανοεῖ καί πορεύεται τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου.

Τά ὅποια «πλούτη» ἔχουμε εἶναι εὐλογία. Ἄν τά ἀντι-προσφέρουμε στό Θεό μέ τό νά τά χρησιμοποιήσουμε ὡς διακονία γιά τούς ἀδελφούς μας καί παιδιά Του, νικήσαμε τό μέσα μας θάνατο τῆς φιλαυτίας καί τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μας.

Φαίνεται πώς ἡ πάλη πού καλούμαστε νά κάνουμε εἶναι μεταξύ ἀγάπης - δοσίματος καί ἐγωισμοῦ. Στήν καρδιά μας διενεργεῖται ὁ ἀγῶνας καί ὁ ἀόρατος πόλεμος. Ἐκεῖ αὐξάνεται το Φῶς καί μειώνεται τό σκοτάδι. Ἐκεῖ βιώνεται ὁ παράδεισος ἤ ἡ κόλασή μας. Ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶ ἡ αἰώνια πορεία πρός τήν αἰωνιότητα. Ἀλλά καί ἐκεῖ βρίσκεται ἡ οὐσιαστική «ἀκοή» πού ὁδηγεῖ στήν ἀνταπόκριση στό κάλεσμα γιά ὄντως Ζωή.

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

 

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Από αμνημονεύτων χρόνων η Εκκλησία τιμά πανηγυρικώς την Υπεραγία Θεοτόκο ως πολιούχο και προστάτιδα όλων των χριστιανών, η οποία με τις πρεσβείες της επικαλείται το έλεος του Θεού, μεσιτεύοντας υπέρ ημών των αμαρτωλών. Η βοήθεια της Θεοτόκου εκδηλώνεται εμφανέστατα πολλές φορές σε ανθρώπους προσωπικά, αλλά και σε έθνη, εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμου, σε ερήμους μοναστών και σε πυκνοκατοικημένες πολιτείες. Το γεγονός, που η Εκκλησία μας μνημονεύει σήμερα και εορτάζει, επιβεβαιώνει την αδιάλειπτη προστασία των χριστιανών από την Θεοτόκο.

Την 1η Οκτωβρίου 911, επί βασιλείας Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού, τελείτο ολονυχτία αγρυπνία στην Παναγία των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη. Η εκκλησία ήταν κατάμεστη. Ο όσιος Ανδρέας, ο δια Χριστόν Σαλός, στεκόταν μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο στο πίσω μέρος του ναού. Στις τέσσερις το πρωί είδε να εμφανίζεται πάνω από τους πιστούς η Υπεραγία Θεοτόκος, έχοντας απλώσει το ιερό της μαφόριο και περισκέπουσα όλο το εκκλησίασμα. Ήταν ενδεδυμένη χρυσοποίκιλτη πορφύρα και έλαμπε με αρκετή ακτινοβολία, περιστοιχιζόμενη από αποστόλους, μάρτυρες και αγίες παρθένους.

Ο όσιος Ανδρέας στράφηκε τότε στον μακάριο Επιφάνιο και του είπε: «Βλέπεις, αδελφέ, την Βασίλισσα και Κυρία των απάντων ευχομένην υπέρ του κόσμου παντός;». Ο Επιφάνιος απάντησε: «Ναι, βλέπω, πάτερ, και θαυμάζω!».

Η εορτή της Αγίας Σκέπης καθιερώθηκε σε ανάμνησιν αυτού του γεγονότος και για να μας υπενθυμίζει πως, προσευχόμενοι, λαμβάνουμε την αδιάλειπτη προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου σε κάθε δύσκολη περίσταση.

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

 

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Κάποιος, κάποτε, κάλεσε σε δείπνο τον επιφανή έλληνα στρατηγό Φιλοποίμενα (253 – 183 π.Χ). Ο Φιλοποίμην δεν είχε πάει ποτέ πριν στο σπίτι του ανθρώπου εκείνου και έφθασε λίγο νωρίτερα για το δείπνο. Ο οικοδεσπότης δεν είχε αφιχθεί ακόμα, αλλά η οικοδέσποινα - μη γνωρίζοντας προσωπικά τον Φιλοποίμενα αντικρίζοντάς τον έτσι απλά και απέριττα ενδεδυμένο - τον νόμισε για υπηρέτη, εκ των προτέρων απεσταλμένο για να αναγγείλει την επικείμενη άφιξη του στρατηγού και συζύγου της. Έτσι σκεπτόμενη, του παρήγγειλε να πάει να κόψει ξύλα. Ο Φιλοποίμην υπάκουσε πρόθυμα και άρχισε να κόβει. Όταν κατέφθασε ο οικοδεσπότης, και αντικρίζοντας έντρομος τον τιμώμενο προσκεκλημένο του να κόβει ξύλα σαν υπηρέτης, είπε: «ποιος τόλμησε να θέσει τέτοια εργασία στο Φιλοποίμενα;». Τότε ο στρατηγός απάντησε ήρεμα: «Η περιβολή μου».

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

 

π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Δεν είναι δεδομένο ότι ό,τι έχεις σήμερα θα το έχεις και αύριο.

Δεν είναι δεδομένο ότι αυτοί που είναι κοντά σου αυτή την περίοδο της ζωής σου θα είναι για πάντα.

Δεν είναι δεδομένο ότι δεν θα κάνεις τα αμαρτήματα που θεωρείς αποτρόπαια.

Δεν είναι δεδομένο ότι όποτε προσεύχεσαι θα νιώθεις την παρουσία του Θεού.

Δεν είναι δεδομένο ότι ο Θεός πάντα ανταποκρίνεται στα αιτήματά σου όπως και όταν θέλεις.

Δεν είναι δεδομένο ότι ο πόνος μαλακώνει τη σκληρή καρδιά.

Δεν είναι δεδομένο ότι μπροστά στο θάνατο αλλάζει ο άνθρωπος.

Δεν είναι δεδομένο ότι μέχρι τέλους θα πιστεύεις στον Θεό, θα αγαπάς τους ανθρώπους, θα προσεύχεσαι και θα κοινωνάς.

Δεν είναι δεδομένο ότι θα μπορείς να εκκλησιαστείς όποτε θέλεις.

Δεν είναι δεδομένο ότι θα μπορείς να πεις «συγγνώμη» σε αυτόν που στενοχώρησες, επειδή τότε το θέλησες.

 Δεν είναι δεδομένο ότι θα είσαι υγιής και τους επόμενους μήνες ή χρόνια, επειδή σήμερα νιώθεις καλά.

Δεν είναι δεδομένο ότι σε όλη σου τη ζωή θα βλέπεις, θα ακούεις, θα οσφραίνεσαι, θα γεύεσαι, θα μπορείς να αγγίζεις ανθρώπους και πράγματα.

Δεν είναι δεδομένο, τελικά, τίποτε σε αυτό τον κόσμο και ό,τι τον αφορά.

 

Είναι, όμως, δεδομένο ότι ο Θεός σε αγαπά ό,τι και να είσαι, ενδιαφέρεται για σένα παραπάνω από ό,τι εσύ για τον εαυτό σου, για ουσιαστικά και επουσιώδη που σε αφορούν, και ότι είναι στη ζωή σου διακριτικά και αθόρυβα, σεβόμενος την ελευθερία του προσώπου σου.

Όπως, βέβαια, είναι δεδομένο πως η παρουσία μας σε αυτό τον κόσμο έχει ημερομηνία λήξης.

Η συνειδητοποίηση των «δεδομένων και μη δεδομένων», μπορεί να δημιουργήσει εσωτερική ανασφάλεια και αγωνία. Όπως μπορεί και να οδηγήσει στην «καλή αγωνία» για να ζήσουμε αληθινά και τέλεια τα χρόνια που μας δόθηκαν ως δώρο, ακόμα και αν περνούμε τη δυσκολία μας που, και αυτή τελικά, ετοιμάζει μια νέα άνοιξη ζωής.

Αν ο τρόπος που βλέπουμε τα όσα θετικά και αρνητικά μας συμβαίνουν καθορίζει τη χαρά ή τη μιζέρια μας, αντιλαμβανόμαστε το πόσο η ζωή μας θα γεμίσει με αισιοδοξία, ελπίδα και πληρότητα, αν τα δούμε μέσα από την Ανάσταση του Θεανθρώπου που «εξήλθε νικών και ίνα νικήση», και μαζί Του κι εσύ, κι εγώ, κι ο καθένας που Του απλώνει το χέρι και ζητά να τον συνανα- στήσει από κάθε μορφή θανάτου.

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2024

 

 π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

 Η επέτειος των γενεθλίων μας μάς θυμίζει τα χρόνια που έφυγαν και συγχρόνως μας δείχνει αυτά που έρχονται. Βέβαια, ούτε τα μεν ούτε τα δε μας ανήκουν. Το ‘τώρα’ είναι  το δεδομένο που έχουμε, αυτό ζούμε, σ’ αυτό στηριζόμαστε.

Άλλωστε, η παρουσία μας στον κόσμο δεν επηρεάζει παρά ελάχιστους ανθρώπους, συγκριτικά με την ανθρωπότητα. Κι εμείς θα φύγουμε, όπως τόσοι άλλοι, χωρίς νάναι σίγουρο ότι δεν θα ξεχαστούμε σύντομα από αυτούς που αγαπήσαμε.

Όμως, η «επέτειος των γενεθλίων» της Παναγίας, στις 8 του Σεπτέμβρη, δεν είναι ασήμαντο γεγονός. Η ζωή της επηρέασε την πορεία του κόσμου! Η γέννησή της προμηνύει τη γέννηση του Σωτήρα του κόσμου! Η παρουσία της προκαλεί χαρά, ασφάλεια, δύναμη κι ελπίδα. Γι’ αυτό και τη «μακαρίζουν πάσαι αι γενεαί» των ανθρώπων, κάτι που για καμιά γυναίκα δεν έκαμαν.

Τα γενέθλια της Θεοτόκου, μαζί με του Χριστού και του Προδρόμου, είναι τα μόνα που γιορτάζουμε οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, γιατί η γέννησή τους σημάδεψε θετικά και ουσιαστικά τη ζωή μας. Ενώ ο Ιωάννης ο Πρόδρομος προετοίμασε τις καρδιές των Ιουδαίων για να δεχτούν το Χριστό, η Θεοτόκος γίνεται ο χώρος του Αχωρήτου, η Μάνα του Κυρίου, η γέφυρα που κατεβάζει το Θεό στη γη και που ανεβάζει εμάς στον ουρανό.

Τα χρόνια που ζούμε κι άρα τα γενέθλια ως υπόμνηση της αρχής της ζωής μας, έχουν αξία στο σημείο που ζούμε για τους άλλους. Στην πραγματικότητα ζούμε την αγάπη ως δόσιμο, ως θυσία, ως προσφορά. Η υπέρβαση αυτή, όχι αναγκαστικά αλλά εκούσια, οδηγεί στην πνευματική ανάπτυξη, στην ωριμότητα και ολοκλήρωση του προσώπου. Το αντίθετο σμικραίνει την ύπαρξή μας, μας περιορίζει στη φθαρτότητα και το θάνατο κι άρα μας στερεί τη ζωή.

Η παρθένος Μαρία, η Κεχαριτωμένη, έζησε για τους άλλους, αποδέχεται το σταυρό της ταπεινά και αναδεικνύεται «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Έτσι, και όποιος «ταπεινά και σιγανά» βαστάζει τον προσωπικό του σταυρό, ακόμα και περιφρονώντας τον με το να μην ασχολείται μ’ αυτό, αρχίζει ν’ αγγίζει τα κράσπεδα της δόξας της Θεοτόκου, γίνεται ο ίδιος ζωντανή ανάπαυση που αναπαύεται και αναπαύει, «μακαρίζεται» από τους εγγύς και τους μακράν.

Αν και η μακροζωία είναι επιθυμητή, εν τούτοις δεν φέρνει από μόνη της την ευτυχία. Η ποιότητα ζωής μας που έχει βάση την κοινωνία, τη σχέση με το όντως Πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό, και τους αδελφούς Του, καθορίζει τον Παράδεισο από το «νυν αιώνα». Έχοντάς τον στην καρδιά μας τον παίρνουμε μαζί μας στην αιωνιότητα.

Έτσι, τα χρόνια της ζωής μας αποκτούν μεγαλειώδη αξία! Γίνονται σημαντικά και γινόμαστε αιώνιοι, όπως φαίνεται δυναμικότερα στην Παναγία, που η γέννησή της «χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη», αφού έρχεται στον κόσμο μας η Μητέρα του Θεού ημών.

 

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2024

 

Παναγία του Χάρου, «Επί των τύπων των …κρίνων»!


Παναγία του χάρου.


Το εξωμονάστηρο της Παναγίας του Χάρου

Γράφει ο επιστάτης του Ιερού Προσκυνήματος Παναγίας του χάρου Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου Νικηφόρος Κουμουνδούρος

 

Βρισκόμαστε στα 1600 μ.Χ. Μοναχοί από την Ιερή Μονή της Πάτμου φτάνουν στη Λειψώ της Δωδεκανήσου και χτίζουν σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από το χωριό το εξωμονάστηρο «Παναγία του χάρου».

Ο Ναός είναι τρισυπόστατος, χτισμένος σε ρυθμό βυζαντινό. Τον διακρίνει ο χαμηλός τρούλος, τα ακανόνιστα τόξα, που γι’ αυτό αισθητοποιούν μια ασυνήθιστη γοητεία, τα λιγοστά και στενόμακρα παράθυρα, που το φειδωλό φως τους υποβάλλει τον προσκυνητή.

Το διάβα των αιώνων άφησε ανέπαφη την εκκλησία, ενώ ερήμωσε τα γύρω κελιά των μοναχών. Μα σεβάστηκε το ιερό κειμήλιό τους, την πρωτότυπη και θαυματουργική εικόνα της «Παναγίας του Χάρου».

Πρωτοτυπία στην εικόνα δίνει το γεγονός ότι η Παναγία ιστορείται να κρατά το Χριστό όχι ως βρέφος, αλλά κρεμάμενο νεκρό στο Σταυρό του μαρτυρίου. Και επειδή οι έννοιες νεκρός και Χάρος σχετίζονται, η εικόνα, και γενικότερα η εκκλησία, ονομάστηκε «Παναγία του Χάρου».

Πλήθος προσκυνητών έρχονται στις 23 Αυγούστου, για να κλίνουν το γόνυ μπροστά στην εικόνα του θαύματος με το ακόλουθο ιστορικό:

Τον Απρίλιο του 1943 η ευσέβεια μιας κοπέλας τοποθέτησε στην εικόνα άσπρους κρίνους. Αυτοί ξεράθηκαν, όπως ήταν φυσικό. Μα ξαφνικά τον Ιούλιο οι αποξηραμένοι κρίνοι άρχισαν παράδοξα να αποκτούν χυμούς και μάλιστα όσο πλησίαζε η γιορτή της 23ης Αυγούστου έφτασαν να βγάζουν μπουμπούκια μοσκομύριστα, ολοκληρωμένα την ημέρα του πανηγυριού της.

Το θαύμα αυτό πραγματοποιείται από τότε μέχρι σήμερα. Και προσφέρεται ως ευλογία της Παναγίας του Χάρου σε κάθε προσκυνήτρια ψυχή, αλλά συγχρόνως και ως «σημείον αντιλεγόμενον» για τους άπιστους που, ενώ «θέτουν τον δάκτυλον επί των τύπων των …κρίνων», πασχίζουν να το εξηγήσουν με λογικοφανείς ερμηνείες, γεννημένες από τη θολοκουλτούρα τους.

Κι όμως η «Παναγία του Χάρου» είτε για χάρη των πιστών της είτε για προβληματισμό των απίστων συνεχίζει το θαύμα της. Και μας καλεί όλους να πυκνώσουμε με την παρουσία μας τη στρατιά των πανηγυριωτών και να οδεύσουμε σ’ αυτήν, για να αποθέσουμε τις ελπίδες μας και τους οραματισμούς μας.

Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

 Για μία ακόμη φορά εορτάζουμε την ανάσταση του Χριστού, το Πάσχα του Κυρίου, την ολόφωτη Λαμπρή, τη χαρούμενη Πασχαλιά, τη μοναδική Αυτοανάσταση. Το κενό μνήμα δίνει μνήμες ζωηφόρες. Εκκλησίες λαμπροφώτιστες, παπάδες λαμπροφορεμένοι, πρόσωπα που λαμποκοπούν. Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός τα λέει ωραία: “Χριστός Ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες, όλοι μικροί, μεγάλοι ετοιμαστείτε. Μέσα στις εκκλησιές τες δαφνοφόρες, με το φως της χαράς συμμαζωχτήτε. Ανοίξτε αγκαλιές ειρηνοφόρες ομπροστά στους αγίους και φιληθήτε. Φιληθήτε γλυκά χείλη με χείλη. Πέστε: Χριστός Ανέστη, εχθροί και φίλοι”.

Εορτάζεται η τροπαιοφόρα νίκη της ζωής κατά του φοβερού θανάτου. Η χάρη και η χαρά δεν εξαντλούνται στο πασχαλινό γεύμα, τα κόκκινα αυγά και το αρνί. Η Ανάσταση του Χριστού γεμίζει την καρδιά φως, την ψυχή αγαλλίαση, τον νου αισιοδοξία, τη ζωή νόημα. Η εορτή δεν ολοκληρώνεται στα πασχαλινά έθιμα της πατρίδος μας. Η εορτή είναι κυρίως πνευματική. Βιώνεται στην ωραιότατη μεταμεσονύκτια θεία λειτουργία, στη θεία μετάληψη, τη θεία κοινωνία. Τελείωσε το κατανυκτικό Τριώδιο. Αρχίζει το πανευφρόσυνο Πεντηκοστάριο. Ξεκινά μια νέα ζωή μέσα στη μυροβόλα άνοιξη.
Ο κάθε πιστός, κατά τον κορυφαίο άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, αποφασίζοντας ελεύθερα να μισήσει την αμαρτία, αφήνεται στο καθαρτικό λουτρό της μετανοίας με γλυκά και χαροποιά δάκρυα, με καρδιά ταπεινωμένη, και συμμετέχει με λαχτάρα, φιλότιμο και μεράκι στην αναστάσιμη Θεία Ευχαριστία, κι έτσι ενώνεται με τον αναστηθέντα Χριστό και αναγεννάται και θαυματουργά. Εισερχόμενος κανείς στον τάφο της μετανοίας και της ταπεινώσεως, αναγκάζει, κατά κάποιον τρόπο, να κατεβεί εκεί ο ίδιος ο Χριστός, όπως κατήλθε στον Άδη, για να μας αναστήσει και ζωοποιήσει. Με τον τρόπο αυτό, αυτός που συναντήθηκε μαζί Του παρατηρεί έκθαμβος τη δόξα της αναστάσεώς Του. Η ανάσταση δηλαδή της ψυχής είναι η μυστική ένωση με την όντως ζωή και η αρχή μιας καινούργιας ζωής εν Χριστώ Ιησού Σταυροαναστηθέντι.
Η Ανάσταση δίνει νέα διάσταση στη ζωή μας όλη. Η Ανάσταση δεν εξαντλείται σε εκείνη την υπέροχη νύχτα, αλλά μακραίνει, βαθαίνει και μπορεί να βιώνεται καθημερινά, εμπειρικά και στο βάθος της καρδιάς. Η Ανάσταση του Χριστού για τον πιστό και ευσυνείδητο χριστιανό είναι βίωμα συνεχές απαράμιλλο και ανέκφραστο. Ο Χριστός ανασταίνεται εντός μας. Μας φωτίζει, μας εμπνέει, μας κάνει διαφανείς, χριστοφόρους και θεοφόρους. Η θέα του φωτός δεν τυφλώνει, αλλά παραμυθεί και προβληματίζει αισιόδοξα.
Το φως του Χριστού μας φωτίζει, μας λαμπρύνει, μας ανασταίνει. Ζωοποιεί τη ναρκωθείσα από τις αμαρτίες ψυχή μας. Αισθανόμεθα ζωηρά τη χάρη τη θαυματουργό. Θεωρούμε εντός μας το φως το αληθινό. Γνωρίζουμε πλέον καλά ποιος μας ανασταίνει και δοξάζει. Κατά τον μεγάλο Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο Χριστός αναστήθηκε και διέλυσε τα δεσμά του θανάτου. Εμείς ανιστάμεθα με το που ο Χριστός συνθλίβει τις αλυσίδες των αμαρτιών μας. Τη νύχτα της Αναστάσεως δεν έχει κανείς δικαίωμα να κλαίει. Από τον τάφο του Χριστού ανέτειλε δυνατό, ωραίο και ανεξάντλητο φως, που σφουγγίζει δάκρυα, συγχωρεί πταίσματα, σβήνει αμαρτίες. Κανένας να μην απελπίζεται ποτέ για τα όποια αμαρτήματά του, όσο μεγάλα και να είναι. Ο ήλιος της δικαιοσύνης ανέτειλε από το κενό μνημείο. Τώρα υπάρχει διέξοδος, φως στο τούνελ, συγκινητική ευκαιρία ανεφοδιασμού, ενισχύσεως κι ευλογίας.
Το Πάσχα δεν είναι μόνο για διασκέδαση. Είναι σημαντική ευκαιρία φωτός, χάριτος κι ελπίδος. Νικηφόροι, χριστοφόροι, φωτοφόροι οι χριστιανοί μας, γνωρίζουν πολύ καλά να μην αγχώνονται, να μη βιάζονται, να μην παρασύρονται από μάταια λόγια. Καλούμεθα σε συνεχή επαγρύπνηση προς εξαφανισμό κάθε ίχνους απογνώσεως δαιμονοκίνητης. Λέγοντας “Χριστός Ανέστη” να το εννοούμε. Να το λέμε και με την καρδιά. Ο λαοφίλητος Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ έλεγε καθημερινά, ολοχρονίς σε όλους: “Χριστός Ανέστη, χαρά μου”. Βίωνε τη χαρά της Αναστάσεως μέσα του και γι’ αυτό συνεχώς έλεγε: “Χριστός Ανέστη, χαρά μου”. Ζούσε τη χαρά της Αναστάσεως, ήταν αληθινά χαρούμενος, και αυτό διαλαλούσε χαρούμενα.
Πάσχα σημαίνει πέρασμα. Από το σκοτάδι στο φως, από την αμαρτία στην αρετή, από τον βυθό στην επιφάνεια. Ο καιρός είναι καλός, η κρίση μεγάλη, το Πάσχα παρόν. Αγαπώντας το φως, αγαπούμε τη διαφάνεια. Η διαφάνεια χαρίζει ελευθερία, άνεση και αληθινή χαρά. Πάσχα Κυρίου Πάσχα, θανάτου εορτάζουμε, άλλης βιοτής απαρχή. Σκιρτούν οι καρδιές και φωτίζονται τ’ άφωτα βάθη.
Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης

 

  ΠΡΟΓΡΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ  Μ. ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ  2024

 Σαββατο του Λαζαρου: θεια λειτουργια 7-9 π.μ

    Κυριακή  Βαΐων :πρωι θεια λειτουργια 7:30-10 π,μ  Aπόγευμα  όρθρος ακολουθία  Νυμφίου.   Ωρα 7:30
       Μ. Δευτέρα:   
Απόγευμα   όρθρος   Ωρα  7:30
       Μ. Τρίτη: προηγιασμενη θεια λειτουργια 7:30-9 π,μ 
Απόγευμα  όρθρος  Ωρα  7:30

 M.Tετάρτη: Πρωί  Ι.Ευχέλαιο  Ωρα 10:30  Απόγευμα  όρθρος Ωρα   7:30
       Μ.Πέμπτη:  
Πρωί  Εσπερινός-Θεία  Λειτουργία   Ωρα  7:30-9:00
          Τρισάγιο στο κοιμητήριο (ενα για όλους) Ωρα 10:30 π.μ
               
Απόγευμα  ακολουθία των Αγίων παθών  Ωρα 7:15 μ.μ (ΣΤΟΛΙΣΜΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ)
      Μ.Παρασκευή:  
Πρωί  ακολουθία Μεγ. Βασιλικών ωρών  Ωρα 8:30π.μ 
         
Εσπερινός αποκαθήλωσης  Ωρα  10:30 π.μ
          
Απόγευμα  επιτάφιος  θρηνος ωρα 7.30 μμ

        (Λιτάνευση Προς το κοιμητιριο,εξοδος 9:30MM
     Μ.Σάββατο:  Πρωί εσπερινός-θεία λειτουργία (ΠρώτηΑνάσταση)

Ωρα 7:30-9:00
            
Βράδυ έναρξη  πανυχίδος  Ωρα 11:15
            
Ανάσταση  Ωρα 12:00  και  εν συνεχεία  θείαλειτουργία  Αναστάσεως  εως  2.00π μ
       Κυριακή Πάσχα:
  Εσπερινός Αγάπης  Ωρα 6:00 μ.μ
       Δευτέρα του Πάσχα: 
 Όρθρος  θεία λειτουργία  Ωρα 7:30- 9:30 π.μ
       Τριτη του Πάσχα: 
 Όρθρος  θεία λειτουργία  Ωρα 7:30- 9:30 π.μ

Παρασκευη του Πάσχα:/ζοωδοχου πηγης/ Όρθρος  θεία λειτουργία Ωρα 7:30- 9:30 π.μ

 ΚΑΛΗ  ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ                                  
                                                                                       ΚΑΛΗ   ΑΝΑΣΤΑΣΗ
                                                                                       Π.ΠΕΤΡΟΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ
                                                                                       ΤΗΛ: 6953096639  

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

                                          


                                         ΜΕΓΑΛΗ   ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ  2024


                              ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ  6:30μμ ΚΑΘΕ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

                           ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ

                                     ΚΑΘΕ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΩΙ 7:30πμ

                              ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΔΕΥΤΕΡΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΑΠΟΓΕΥΜΑ 6:00μμ

Μεγάλη Σαρακοστή: «Ἕνας τρόπος ζωῆς»

π. Αλέξανδρος Σμέμαν,

Μὲ τὴν παρακολούθηση τῶν ἀκολουθιῶν, μὲ τή νηστεία, ἀκόμα καὶ μὲ τὴν προσευχὴ σὲ τακτὰ διαστήματα δέν ἑξαντλεῖται ἡ ὅλη προσπάθεια στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Ἢ μᾶλλον γιά νά εἶναι ὅλα αὐτὰ ἀποτελεσματικὰ καὶ νά ἔχουν νόημα, πρέπει να ὑποστηρίζονται καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἴδια τή ζωή. Χρειάζεται δηλαδὴ, ἕνας «τρόπος ζωῆς» πού νά μὴν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ νά μὴν ὁδηγεῖ σὲ μία «διασπασμένη» ὕπαρξη.

Στό παρελθόν, στίς ὀρθόδοξες χῶρες ἡ ἴδια ἡ κοινωνία πρόσφερε μία τέτοια ὑποστήριξη μὲ τὸν συνδυασμό πού εἶχε στά ἔθιμα, στίς ἐξωτερικὲς ἀλλαγές, μὲ τή νομοθεσία, μὲ τοὺς δημόσιους καὶ ἰδιωτικοὺς κανονισμούς, μὲ ὅλα δηλαδὴ ὅσα περιλαμβάνονται στή λέξη πολιτισμός. Κατὰ τή Μεγάλη Σαρακοστή ὁλοκλήρη ἡ κοινωνία ὑποδεχόταν ἕνα συγκεκριμένο ῥυθμὸ ζωῆς, ὁρισμένους κανόνες πού ὑπενθύμιζαν στά ἄτομα-μέλη τῆς κοινωνίας τὴν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς. Στή Ῥωσία, λόγου χάρη, δέν μποροῦσε κανεὶς εὔκολα νά ξεχάσει τή Σαρακοστή γιατὶ οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν χτυποῦσαν διαφορετικὰ αὐτὴ τὴν περίοδο· τὰ θέατρα ἔκλειναν καί, σὲ παλιότερους καιρούς, τὰ δικαστήρια ἀνέβαλλαν τή λειτουργία τους. Φυσικὰ, ὅλα αὐτὰ τὰ ἐρεθίσματα ἀπὸ μόνα τους, εἶναι φανερό, ὅτι δέν ἦταν δυνατὸ νά ἀναγκάσουν τὸν ἀνθρωπο νά ὁδηγηθεῖ στή μετάνοια ἢ σὲ μία πιὸ ζωντανὴ θρησκευτικὴ ζωή. Ἀλλὰ ὅμως δημιουργοῦσαν μία ὁρισμένη ἀτμόσφαιρα – ἕνα εἶδος σαρακοστιανοῦ κλίματος, ὅπου ἡ ἀτομικὴ προσπάθεια γινόταν εὐκολότερη.

Ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἴμαστε ἀδύναμοι χρειαζόμαστε τίς ἐξωτερικὲς ὑπενθυμίσεις, τὰ σύμβολα, τὰ σημάδια. Φυσικὰ πάντα ὑπάρχει ὁ κίνδυνος αὐτὰ τὰ ἐξωτερικὰ σύμβολα ν’ ἀποκτήσουν αὐτοτέλεια, νά γίνουν αὐτοσκοπός, καὶ ἔτσι ἀντὶ νά εἶναι ἁπλά μία ὑπενθύμιση, νά γίνουν γιά τὴν κοινὴ ἀντίληψη τὸ μόνο περιεχόμενο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Αὐτὸν τὸν κίνδυνο τὸν ἔχουμε ἐπισημάνει παραπάνω, ὅταν μιλήσαμε γιά τὶς ἐξωτερικὲς συνήθειες καὶ τὰ πανηγύρια πού ἀντικαθιστοῦν τή γνήσια προσωπική προσπάθεια. Ἂν ὅμως καταλάβουμε σωστὰ αὐτές τίς συνήθειες, τότε θὰ γίνουν ὁ «κρίκος» πού συνδέει τὴν πνευματικὴ προσπάθεια μὲ τή ζωή.

Δέν ζοῦμε σὲ μία ὀρθόδοξη κοινωνία [Ὁ συγγραφέας, Ῥῶσος στήν καταγωγή, ζεῖ σήμερα στήν Ἀμερικὴ] καὶ φυσικὰ δέν εἶναι δυνατὸ νά δημιουργηθεῖ αὐτὸ τὸ «κλίμα» τῆς Σαρακοστῆς σὲ ἐπίπεδο κοινωνικό. Εἴτε εἶναι Σαρακοστὴ εἴτε ὄχι, ὁ κόσμος πού μᾶς περιβάλλει, ποὺ ἀποτελοῦμε καὶ μεῖς δικὸ του ἀναπόσπαστο κομμάτι, δέν ἀλλάζει. Κατὰ συνέπεια, ζητιέται ἀπὸ μᾶς μία νέα προσπάθεια νά σκεφτοῦμε τὴν ἀπαραίτητη θρησκευτικὴ σχέση ἀνάμεσα στό «ἐξωτερικὸ» καὶ τὸ «ἐσωτερικό».

Ἡ πνευματικὴ τραγωδία τῆς ἐκκοσμίκευσης εἶναι ἐκείνη πού μᾶς σπρώχνει σὲ μία πραγματικὴ θρησκευτικὴ «σχιζοφρένεια» – ἕνα σπάσιμο δηλαδὴ τῆς ζωῆς μας σὲ δυό κομμάτια: τὸ θρησκευτικὸ καὶ τὸ κοσμικό, ποὺ ἔχουν ὅλο καὶ λιγότερη ἀλληλοεξάρτηση. Ἔτσι, ἡ πνευματικὴ προσπάθεια εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά μεταθέσει τὰ παραδοσιακὰ ἔθιμα καὶ τὶς συνήθειες, πού εἶναι βασικὰ μέσα στήν προσπάθειά μας κατὰ τὴν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς. Μ’ ἕνα πειραματικὸ καὶ ἀναγκαστικὰ σχηματικὸ τρόπο θὰ μποροῦσε κανεὶς νά δεῖ αὐτὴ τὴν προσπάθεια σὲ δυό πλαίσια: στή ζωὴ μέσα στό σπίτι καὶ στή ζωὴ ἔξω ἀπ’ αὐτό.

Γιά τὴν ὀρθόδοξη ἀντίληψη, τὸ σπίτι καὶ ἡ οἰκογένεια ἀποτελοῦν τὴν πρώτη καὶ βασικότερη περιοχὴ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ἢ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν χριστιανικῶν ἀρχῶν στήν καθημερινὴ ζωή. Τὸ σπίτι, δηλαδὴ τὸ στυλ καὶ τὸ πνεῦμα τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς καὶ ὄχι τὸ σχολεῖο, ἀκόμα οὔτε καὶ ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ἐκεῖνο πού σχηματίζει μέσα μας τή θεμελιακή ἀντίληψη γιά τὸν κόσμο, πού μορφοποιεῖ στόν ἐσωτερικὸ μας, τὸ βασικὸ προσανατολισμὸ, τὸν ὁποῖο ἴσως γιά ἀρκετὸ διάστημα δέν τὸν καταλαβαίνουμε, ἀλλά πού τελικὰ θὰ γίνει ἕνας ἀποφασιστικὸς παράγοντος. Ὁ στάρετς Ζωσιμᾶς τοῦ Dοstοyevsky στούς Ἀδελφοὺς Καραμαζὼφ λέει: «ἐκεῖνος πού μπορεῖ νά ἔχει καλὲς ἀναμνήσεις ἀπὸ τὴν παιδικὴ του ἡλικία εἶναι σωσμένος γιά ὅλη του τή ζωή». Τὸ σημαντικὸ δὲ εἶναι ὅτι κάνει αὐτὴ τὴν παρατήρηση ὕστερα ἀπὸ τή θύμηση τῆς μητέρας του πού τὸν εἶχε πάρει μαζὶ της στή Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων. Θυμᾶται τὴν ὀμορφιά τῆς ἀκολουθίας, τή μοναδική μελῳδίᾳ τοῦ κατανυκτικοῦ «κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου…».

Ἡ ὑπέροχη προσπάθεια γιά θρησκευτικὴ ἀγωγή πού γίνεται σήμερα στά κατηχητικὰ σχολεῖα δὲν σημαίνει καὶ πολλὰ πράγματα, ἂν δέν βασίζεται στή ζωὴ τῆς οἰκογένειας. Τί, λοιπόν, θὰ μποροῦσε καὶ θὰ ἔπρεπε νά γίνει στό σπίτι στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς; Ἐπειδὴ εἶναι ἀδύνατο νά καλύψουμε ἐδῶ ὅλες τίς πλευρὲς τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς θὰ περιοριστοῦμε μόνο σὲ μία ἀπ’ αὐτές.

Ὅλοι μας, χωρὶς ἀμφιβολία, συμφωνοῦμε ὅτι ὁ τρόπος τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς ἔχει ῥιζικὰ ἀλλοιωθεῖ μὲ τὴν παρουσία τοῦ ῥαδιοφώνου καὶ τῆς τηλεόρασης. Αὐτὰ τὰ μέσα τῆς «μαζικῆς ἐνημέρωσης» διαποτίζουν σήμερα ὁλόκληρη τή ζωή. Δέν χρειάζεται κανεὶς νά βγεῖ ἀπὸ τὸ σπίτι γιά νά βρεθεῖ «ἔξω». Ὁλόκληρος ὁ κόσμος εἶναι μόνιμα ἐδῶ, σὲ ἀπόσταση πού τὸν φτάνουμε… ἀκίνητοι. Καί, σιγὰ σιγά, ἡ στοιχειώδης ἐμπειρία νά βρεθοῦμε σ’ ἕναν ἐσωτερικὸ κόσμο, μέσα στήν ὀμορφιὰ τῆς «ἐσωτερικότητας» ἔχει ἐντελῶς χαθεῖ ἀπὸ τὸ σύγχρονο πολιτισμὸ μας. Καὶ ἂν δέν εἶναι ἡ τηλεόραση, εἶναι ἡ μουσική. Ἡ μουσικὴ ἔπαψε νά εἶναι κάτι πού τὸ ἀκούει κανείς σταθερὰ. Ἔγινε πιὰ μία «ὑπόκρουση θορύβου» πού συνοδεύει τίς συνομιλίες μας, τὸ διάβασμα, τὸ γράψιμο κλπ. Στήν πραγματικότητα αὐτὴ ἡ ἀνάγκη νά ἀκούγεται συνέχεια μουσικὴ φανερώνει τὴν ἀδυναμία τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου νά χαρεῖ τή σιωπή, νά τὴν καταλάβει ὄχι σὰν κάτι ἀρνητικό, σὰν μία ἁπλὴ ἔλλειψη, ἀλλὰ ἀκριβῶς σὰν μία παρουσία καὶ σὰν τὴν μοναδικὴ προϋπόθεση γιά τὴν πιὸ ἀληθινὴ παρουσία.

Ἂν ὁ Χριστιανὸς τοῦ παρελθόντος ζοῦσε κατὰ ἕνα μεγάλο βαθμὸ σ’ ἕνα σιωπηλὸ κόσμο πού τοῦ ἔδινε πλούσιες εὐκαιρίες γιά αὐτοσυγκέντρωση στόν ἐσωτερικὸ του κόσμο, ὁ σημερινὸς χριστιανὸς εἶναι ἀναγκασμένος νά κάνει εἰδικὴ προσπάθεια γιά νά καλύψει αὐτὴ τὴν ἀναγκαία διάσταση τῆς σιωπῆς, ἡ ὁποία αὐτὴ μόνο μπορεῖ νά μᾶς φέρει σὲ ἐπαφὴ μὲ τίς ὑψηλὲς πραγματικότητες. Ἔτσι, λοιπόν, τὸ πρόβλημα τοῦ ῥαδιοφώνου καὶ τῆς τηλεόρασης στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δέν εἶναι περιθωριακὴ ὑπόθεση, ἀλλὰ μὲ πολλοὺς τρόπους εἶναι ἕνα θέμα πνευματικῆς ζωῆς ἢ θανάτου.

Πρέπει κανεὶς νά συνειδητοποιήσει ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά μοιράσουμε τή ζωή μας ἀνάμεσα στή «χαρμολύπη» τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καὶ στό τελευταῖο σήριαλ. Αὐτὰ τὰ δυό βιώματα εἶναι ἀσυμβίβαστα καὶ τὸ ἕνα, σίγουρα, θὰ σκοτώσει τὸ ἄλλο. Καὶ εἶναι πολὺ πιθανό, ἐκτὸς ἂν γίνεται μία ἔντονη προσπάθεια, ὅτι τὸ τελευταῖο σήριαλ ἔχει πολὺ μεγαλύτερες ἐλπίδες σὲ βάρος τῆς «χαρμολύπης» – παρὰ τὸ ἀντίθετο.

Μία πρώτη «συνήθεια» πού προτείνεται εἶναι νά μειωθεῖ δραστικὰ ἡ παρακολούθηση τοῦ ῥαδιοφώνου καὶ τῆς τηλεόρασης στήν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς. Δέν τολμοῦμε νά ἐλπίζουμε ὅτι θὰ ὑπάρξει μία «γενικὴ» νηστεία, ἀλλὰ μόνο ἡ «ἀσκητικὴ» ἡ ὁποία, ὅπως ξέρουμε, σημαίνει, πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἀλλαγὴ τροφῆς καὶ μειώσή της. Φυσικὰ τίποτε τὸ κακὸ δέν ὑπάρχει, λόγου χάρη, στό νά συνεχίσει κανεὶς νά παρακολουθεῖ στό ῥαδιόφωνο καὶ στήν τηλεόραση εἰδήσεις, ἐκλεκτὲς σειρές, ἐνδιαφέροντα καὶ πνευματικὰ ἤ διανοητικὰ ἐμπλουτισμένα προγράμματα. Ἐκεῖνο πού πρέπει νά σταματήσει στήν διάρκεια τῆς Σαρακοστῆς εἶναι ἡ πλήρης «παράδοση» στήν τηλεόραση – ἡ μετατροπὴ δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου σὲ «λάχανο» πάνω σὲ μία πολυθρόνα κολλημένο στήν ὀθόνη πού παθητικὰ δέχεται ὅ,τι βγαίνει ἀπ’ αὐτή. Ὅταν ἤμουνα παιδὶ (ἦταν τότε ἡ προτηλεοπτικὴ ἐποχὴ) ἡ μητέρα μου συνήθιζε νά κλειδώνει τὸ πιάνο τὴν πρώτη, τὴν τετάρτη καὶ τὴν ἑβδόμη ἑβδομάδα τῆς Σαρακοστῆς. Αὐτὴ ἡ ἀνάμνηση εἶναι μέσα μου ζωηρότερη ἀπὸ τὶς μακρινὲς ἀκολουθίες τῆς Σαρακοστῆς καὶ ἀκόμα καὶ σήμερα ὅταν παίζει τὸ ῥαδιόφωνο αὐτές τίς μέρες μὲ ταράζει σχεδὸν ὅσο καὶ μία βλαστήμια. Ἀναφέρω αὐτὴ τὴν προσωπική μου ἀνάμνηση μόνο σὰν μία διευκρίνηση τῆς ἐπίδρασης πού μποροῦν νά ἔχουν μερικὲς ἐξωτερικὲς ἐνέργειες στήν ψυχὴ ἑνὸς παιδιοῦ. Καὶ αὐτό πού κρύβεται ἐδῶ δέν εἶναι ἕνα ἁπλὸ ἀπομονωμένο ἔθιμο ἢ ἕνας κανόνας ἀλλὰ εἶναι μία ἐμπειρία τῆς Σαρακοστῆς σὰν μιᾶς εἰδικῆς χρονικῆς περιόδου, σὰν κάποιου πράγματος πού εἶναι παρόν ὅλο τὸ χρόνο καί πού δέν πρέπει νά χαθεῖ, νά ἀκρωτηριαστεῖ, νά καταστραφεῖ. Ἐδῶ ἀκόμα, ὅσον ἀφορᾶ τή νηστεία, μία ἁπλή ἀπουσία ἢ ἀποχή ἀπὸ τὴν τροφὴ δέν εἶναι ἐπαρκής, πρέπει νά ἔχει τὸ θετικὸ της συμπλήρωμα.

Ἡ σιωπή πού δημιουργεῖ ἡ ἀπουσία τοῦ θορύβου τοῦ κόσμου, τῶν θορύβων πού παράγονται ἀπὸ τὰ μέσα τῆς μαζικὴς ἐπικοινωνίας, πρέπει νά γεμίσει μὲ θετικὸ περιεχόμενο. Ἂν ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ τροφὴ γιά τὶς ψυχὲς μας, τροφή, ἐπίσης, θέλει καὶ τὸ μυαλὸ μας, γιατὶ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ διανοητικὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πού καταστρέφεται σήμερα ἀπὸ τὸ ἀσταμάτητο σφυροκόπημα τῆς τηλεόρασης καὶ τοῦ ῥαδιοφώνου, τῶν ἐφημερίδων, τῶν εἰκονογραφημένων ἐκδόσεων κλπ. Αὐτό, λοιπόν, ποὺ προτείνουμε, παράλληλα μὲ τὴν πνευματικὴ προσπάθεια, εἶναι μία διανοητική, θὰ λέγαμε, προσπάθεια. Πόσα, ἀλήθεια, ἀριστουργήματα, πόσους ὑπέροχους καρποὺς τῆς ἀνθρώπινης σκέψης, τῆς φαντασίας καὶ τῆς δημιουργικότητας ἀρνούμαστε στή ζωὴ μας μόνο καὶ μόνο γιατὶ μᾶς εἶναι πολὺ πιὸ ἄνετο, γυρίζοντας στό σπίτι ἀπὸ τή δουλειά παραδομένοι στή σωματικὴ καὶ διανοητικὴ κόπωση, νά πιέσουμε τὸ κουμπὶ τῆς τηλεόρασης ἢ νά βυθιστοῦμε στό τέλειο κενὸ ἑνὸς εἰκονογραφημένου περιοδικοῦ.

Ἀλλὰ πῶς φανταζόμαστε ὅτι θὰ μπορούσαμε νά προγραμματίσουμε τὴν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς; Ἴσως νά κάνουμε ἕνα κατάλογο βιβλίων γιά διάβασμα; Φυσικὰ δέν εἶναι ἀπαραίτητο ὅλα αὐτὰ τὰ βιβλία νά εἶναι ὁπωσδήποτε θρησκευτικά, δέν μποροῦν ὅλοι νά γίνουν θεολόγοι. Ὅμως ὑπάρχει πολλὴ «Θεολογία» κρυμμένη σὲ μερικὰ λογοτεχνικὰ ἀριστουργήματα καὶ καθετί πού πλουτίζει τή νοημοσύνη μας, κάθε καρπὸς τῆς ἀληθινῆς ἀνθρώπινης δημιουργίας εἶναι εὐλογημένος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καί, ὅταν χρησιμοποιηθεῖ κατάλληλα, ἀποκτάει πνευματικὴ ἀξία.

Σὲ προηγούμενο κεφάλαιο ἀναφέραμε ὅτι ἡ τετάρτη καὶ ἡ πέμπτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν εἶναι ἀφιερωμένες στή μνήμη δύο μεγάλων διδασκάλων τῆς χριστιανικῆς πνευματικότητας: τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακας καὶ τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Θὰ πρέπει αὐτὸ νά τὸ πάρουμε σὰν μία εὐρύτερη ἀπόδειξη ὅτι ἐκεῖνο πού ζητάει ἀπὸ μᾶς ἡ Ἐκκλησία νά κάνουμε στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς εἶναι νά ἐμπλουτίσουμε τὸν πνευματικὸ καὶ διανοητικὸ ἐσωτερικὸ κόσμο μας, νά μελετήσουμε καὶ νά στοχασθοῦμε πάνω σὲ ὅ,τι μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσει ν’ ἀνακαλύψουμε αὐτὸν τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο καὶ τὶς χαρὲς του. Ἀπὸ αὐτὴ τή χαρά, ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ κλήση τοῦ ἀνθρώπου πού ἐκπληρώνεται ἐσωτερικὰ καὶ ὄχι ἐξωτερικά, ὁ «σύγχρονος κόσμος» δέν μᾶς προσφέρει σήμερα οὔτε κἄν μία γεύση• ὅμως χωρὶς αὐτή, χωρὶς τὴν ἀντίληψη τῆς Σαρακοστῆς σὰν ταξιδιοῦ στό βάθος τοῦ εἶναι μας, ἡ Σαρακοστὴ χάνει τὸ νόημά της.

Τέλος, ποιό θὰ μποροῦσε νά εἶναι τὸ νόημα τῆς Σαρακοστῆς στίς ἀτέλειωτες ὦρες πού περνᾶμε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι; Στίς συναλλαγὲς μας, καθισμένοι σ’ ἕνα γραφεῖο ἢ ἀσκώντας τὰ ἐπαγγελματικὰ μας καθήκοντα, ἢ ὅταν συναναστρεφόμαστε τοὺς συναδέφους καὶ τοὺς φίλους μας; Ἂν καὶ δέν εἶναι δυνατὸν νά δοθεῖ ἐδῶ μία συγκεκριμένη συνταγή, ὅπως καὶ σὲ κάθε ἄλλη περίπτωση, ὅμως μερικὲς πολὺ γενικὲς ἀπόψεις μποροῦν νά λεχθοῦν. Καὶ πρῶτα-πρῶτα ἡ Σαρακοστὴ εἶναι μία θαυμάσια εὐκαιρία νά ἐλέγξουμε τὸν ἀπίστευτα ὑπεροπτικὸ χαρακτῆρα μας στίς σχέσεις μας μὲ τοὺς ἀνθρώπους, στά διάφορα γεγονότα καὶ στή δουλειά. «Χαμογέλα!», «μὴ στεναχωριέσαι» κλπ. Εἶναι σλόγκαν πού στήν πραγματικότητα ἔγιναν «διαταγές» πού πρόθυμα τὶς δεχόμαστε καί πού σημαίνουν: μὴν ἀνακατεύεσαι, μὴ ῥωτᾶς, μὴ προχωρᾶς βαθύτερα στίς σχέσεις σου μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους· φύλαξε τοὺς κανόνες τοῦ παιγνιδιοῦ πού συνδυάζει τή φιλική διάθεση μὲ τὴν τέλεια ἀδιαφορία· σκέψου τὰ πάντα μόνο μέσα στά πλαίσια τοῦ ὑλικοῦ κέρδους, τῆς ὠφέλειας, τῆς προαγωγῆς νά εἶσαι, μ’ ἄλλα λόγια, ἕνα κομμάτι τοῦ κόσμου ὁ ὁποῖος ἐνῶ συνέχεια χρησιμοποιεῖ τίς μεγάλες λέξεις: ἐλευθερία, εὐθύνη, φροντίδα κλπ., de facto ἀκολουθεῖ τὴν ὑλιστικὴ ἀρχὴ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτά πού τρώει!

Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι περίοδος γιά ἀναζήτηση νοήματος. Νά βρῶ, δηλαδή νόημα στήν ἐπαγγελματική μου ζωὴ στά πλαίσια τῆς κλήσης μου· νόημα στίς προσωπικὲς σχέσεις μου μὲ τ’ ἄλλα πρόσωπα· νόημα στή φιλία· νόημα στίς εὐθύνες μου. Δέν ὑπάρχει ἀπασχόληση, ἐπάγγελμα πού νά μὴ μπορεῖ νά «μεταμορφωθεῖ» – ἔστω καὶ γιά λίγο μόνο – μὲ στόχο ὄχι τή μεγαλύτερη ἀπόδοση ἢ τὴν καλύτερη ὀργάνωση, ἀλλὰ τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις. Ἡ ἴδια προσπάθεια γιά «ἐσωτερικοποίηση» ὅλων τῶν σχέσεών μας εἶναι ἀπαραίτητη γιατὶ εἴμαστε ἐλεύθερες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις πού καταντήσαμε (χωρὶς τὶς περισσότερες φορὲς νά τὸ ξέρουμε) φυλακισμένοι στά συστήματα τὰ ὁποῖα προοδευτικὰ κάνουν τὸν κόσμο μας ἀπάνθρωπο. Καὶ ἂν στήν πίστη μας ὑπάρχει κάποιο νόημα, αὐτὸ πρέπει νά εἶναι συνδεδεμένο μὲ τή ζωή καὶ ὅλα τὰ συνακόλουθά της. Χιλιάδες ἄνθρωποι νομίζουν ὅτι οἱ ἀπαραίτητες ἀλλαγὲς ἔρχονται μόνο ἀπ’ ἔξω μὲ τὴν ἐπανάσταση καὶ τὴν ἀλλαγὴ στίς ἐξωτερικὲς συνθῆκες. Στό χέρι τους εἶναι νά ἀποδείξουν οἱ χριστιανοὶ ὅτι στήν πραγματικότητα καθετὶ ξεκινάει ἀπὸ μέσα -ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τή ζωή σύμφωνα μὲ τὴν πίστη αὐτή. Ἡ Ἐκκλησία ὅταν μπῆκε στόν Ἑλληνο-ῥωμαϊκὸ κόσμο, δέν κατάγγειλε τή δουλεία, δέν ξεσήκωσε σὲ ἐπαναστάση. Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ πίστη της, ἡ νέα θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ζωῆς εἶναι κείνη πού προοδευτικὰ καταργεῖ τή δουλεία. Ἕνας «ἅγιος» -καὶ ἅγιος ἐδῶ σημαίνει, πολὺ ἁπλά, κάθε ἄνθρωπος πού παίρνει πάντοτε στά σοβαρὰ τὴν πίστη του- θὰ κάνει πολὺ περισσότερα γιά τὴν ἀλλαγὴ τοῦ κόσμου παρὰ χιλιάδες τυπωμένα προγράμματα. Ὁ ἅγιος εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς ἐπαναστάτης σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Μία τελευταία γενικὴ παρατήρηση: ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι εὐκαιρία γιά ἔλεγχο στά λόγια μας. Ὁ κόσμος μας εἶναι ὑπερβολικὰ βερμπαλιστικὸς καὶ μεῖς συνέχεια πλημμυρίζουμε ἀπὸ λόγια πού ἔχουν χάσει τὸ νόημά τους καὶ συνεπῶς τή δύναμή τους. Ὁ Χριστιανισμὸς ἀποκαλύπτει τὴν ἱερότητα τοῦ λόγου – ἕνα ἀληθινὰ θεῖο δῶρο στόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ ὁμιλία μας εἶναι προικισμένη μὲ τεράστια δύναμη εἴτε θετικὴ εἴτε ἀρνητική. Γι’ αὐτὸ ἐπίσης καὶ θὰ κριθοῦμε γιά τὰ λόγια μας: «λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πᾶν ρῆμα ἀργὸν ὃ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως· 37 ἐκ γὰρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ» (Ματθ. 12,36-37).

Ἐλέγχουμε τὰ λόγια μας μὲ τὸ νά ἀνακαλύπτουμε τή σοβαρότητα καὶ τὴν ἱερότητά τους, νά καταλαβαίνουμε ὅτι μερικὲς φορὲς ἕνα «ἀστεῖο» πού λέγεται ἀπερίσκεπτα, μπορεῖ νά ἔχει καταστρεπτικὰ ἀποτελέσματα, μπορεῖ νά γίνει ἐκείνη ἡ τελευταία «σταγόνα» πού ξεχυλίζει τὸ ποτήρι καὶ ὁ ἄνθρωπος φτάνει στήν τελικὴ ἀπελπισία καὶ καταστροφή. Ἀλλὰ ὁ λόγος μπορεῖ ἐπίσης νά εἶναι καὶ μία μαρτυρία. Μία τυχαία συνομιλία σ’ ἕνα γραφεῖο μὲ τὸ συνάδελφο μπορεῖ νά μεταδώσει καλύτερα μία θεώρηση γιά τή ζωή, μία διάθεση ἀπέναντι στούς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ στή δουλειά καὶ νά ἔχει περισσότερα ἀποτελέσματα ἀπὸ τὸ τυπικὸ κήρυγμα. Μπορεῖ, ἀπὸ μία τέτοια συνομιλία, νά πέσουν σπόροι γιά μία ἐρώτηση πάνω στή δυνατότητα μιᾶς ἄλλης προσέγγισης τῆς ζωῆς, σπόροι γιά ἐπιθυμία νά γνωρίσει κανεὶς περισσότερα. Δέν ἔχουμε, πραγματικά, ἰδέα πόσο ἐπηρεάζουμε ὁ ἔνας τὸν ἄλλον μὲ τὰ λόγια, μὲ τὸν τόνο τῆς προσωπικότητάς μας. Καὶ τελικὰ οἱ ἄνθρωποι ἑλκύονται στόν Θεό, ὄχι γιατὶ κάποιος μπόρεσε νά τοὺς δώσει διαφωτιστικὲς ἐξηγήσεις, ἀλλὰ γιατὶ εἶδαν σ’ αὐτὸν τὸ φῶς, τή χαρά, τὸ βάθος, τή σοβαρότητα, τὴν ἀγάπη πού ἀπὸ μόνα τους ἀποκαλύπτουν τὴν παρουσία καὶ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο.

Ἔτσι, ἂν ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ, ὅπως εἴπαμε στήν ἀρχή, εἶναι ἡ ἀνακάλυψη τῆς πίστης ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἐπίσης καὶ ἀνόρθωση τῆς ζωῆς του, τοῦ θεϊκοῦ νοήματός της, τοῦ κρυμμένου βάθους της. Μὲ τὸ νά ἀπέχουμε ἀπὸ τὴν τροφὴ ξαναβρίσκουμε τή γλύκα της καὶ ξαναμαθαίνουμε πῶς νά τὴν παίρνουμε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη. Μὲ τὸ «νά μειώνουμε» τίς ψυχαγωγίες, τή μουσική, τὶς συζητήσεις, τὶς ἐπιπόλαιες κοινωνικότητες, ἀνακαλύπτουμε τὴν τελικὴ ἀξία τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, τῆς ἀνθρώπινης δουλειᾶς, τῆς ἀνθρώπινης τέχνης. Καὶ τὰ ξαναβρίσκουμε ὅλα αὐτὰ ἀκριβῶς γιατὶ ξαναβρίσκουμε τὸν Ἴδιο τὸν Θεό, γιατὶ ξαναγυρίζουμε σ’ Αὐτὸν καὶ δι’ Αὐτοῦ σὲ ὅλα ὅσα Ἐκεῖνος μᾶς ἔδωσε μέσα ἀπὸ τὴν τέλεια ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεός Του.Ἔτσι τή νύχτα τῆς Ἀνάστασης ψέλνουμε:

«Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια. Ἐορταζέτω γοῦν πᾶσα κτίσις, τὴν ἔγερσιν Χριστοῦ, ἐν ᾗ ἐστερέωται».

Μὴ μᾶς ἀποστερήσεις αὐτῆς τῆς προσδοκίας, φιλάνθρωπε Κύριε!

 

 «Μεγάλη Σαρακοστὴ – Πορεία πρὸς τὸ Πάσχα»