Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Ο Πλούτος και η Φτώχεια



Ο Πλούτος και η Φτώχεια

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Για ποιο λόγο, άνθρωπέ μου, ο πλούτος σου φαίνεται σπουδαίο πράγμα;
Σίγουρα γιατί σου αρέ­σουν οι απολαύσεις, γιατί ευχαριστιέσαι όταν σε θαυμάζουν ή ακόμα καλύτερα όταν σε ζηλεύουν οι άλλοι! Καμμιά φορά και γιατί μπο­ρείς με τα χρήματα σου να κάνεις κακό στους εχθρούς σου! Τέλος, γιατί όλοι σε φοβούνται για τη δύ­ναμη που σου δίνει ο πλούτος. Ναι, γι’ αυτές τις τέσσερεις αιτίες κυνηγάς τα λεφτά. Για την ηδονή, την κο­λα­κεία, την εκδίκηση και τον φό­βο. Άλλη αιτία δεν υπάρχει.

Συνήθως, ο πλούτος ούτε πιο σοφό κάνει τον άνθρωπο, ούτε πιο συνε­τό, ούτε πιο καλό, ούτε πιο φιλάν­θρωπο. Καμμιά αρετή δεν μπορεί να φυ­τέψει μέσα στην ψυχή μας ο πλούτος. Απεναντίας μάλιστα, αν βρει μερικές αρετές, τις ξερι­ζώνει, για να φυτέψει μέσα μας τις αντίστροφες κακίες!
Αυτά τα λέω και δεν θα πά­ψω να τα λέω, κι ας με κα­τηγορούν πολλοί. «Όλο με τους πλουσίους τα βάζεις», διαμαρτύρονται. Πράγμα­τι! Όχι όμως με όλους, αλ­λά μόνο μ’ εκείνους που κάνουν εγωιστική και κακή χρήση του πλούτου τους.
Δεν χτυ­πάω τον πλούσιο, αλλά τον άρπαγα. Άλλο πλούσιος, άλλο άρ­πα­­γας. Να ξεχωρίζου­με τα πράγματα, για να μη δημιουργείται σύγχυση ή πα­­ρανόηση. Είσαι πλούσιος; Δεν σε εμποδίζω. Αρπάζεις; Σε αποδοκιμάζω. Έχεις τα κτήματα σου; Να τα χαίρεσαι. Παίρνεις τα ξένα; Δεν μπορώ να σω­πάσω. Θέλεις να με πετροβολή­σεις; Είμαι έτοιμος και το αίμα μου να χύσω, φτάνει να σε σταματήσω από την αμαρτία. Δεν νοιάζομαι για το μίσος, δεν τρομάζω από την πολεμική.Για ένα πράγμα μόνο νοιάζομαι, για την προ­κο­πή εκεί­νων που με ακούνε.
«Πού είναι ο πλούτος σας;» θα ρωτούσα εκείνους που τον είχαν και τον έχασαν. Και θα τους ρωτού­σα, όχι για να τους χλευάσω (πο­τέ τέτοιο πράγ­μα!), ούτε για να ξύ­σω πληγές, αλλά για να κάνω διδασκαλία και λιμά­νι της σωτηρίας σας το δικό τους ναυάγιο, για να αντιληφθείτε, ότι αυτός που σή­μερα είναι πλούσιος, αύριο καταντάει φτωχός.
Γι’ αυτό πολλές φορές γέλασα, όταν διάβα­σα διαθήκες, που έγραφαν: «Ο τάδε να έχει την κυριότητα των αγρών ή του σπιτιού, τη χρήση όμως να την έχει άλλος». Μα όλοι τη χρήση έχουμε, κανείς δεν έχει την κυριό­τητα. Α­κόμα κι αν μείνουμε πλού­σιοι σ’ ολόκληρη τη ζωή μας, όταν πεθάνουμε, θέ­λουμε δεν θέλουμε, θα παραχωρήσουμε τον πλούτο μας σε άλλους. Γυμνοί φεύγουμε για την άλλη ζωή, αφού για μερι­κά χρόνια ήμασταν μόνο χρήστες, όχι όμως και κύριοι του πλούτου.
Ξέρετε ποιοι έχουν στην πραγμα­τικότητα την κυριότητα του πλούτου; Όσοι περιφρονούν τη χρήση του και περιγελούν τις απολαύσεις. Όσοι σκορπάνε τα λεφτά τους και τα μοιράζουν στους φτωχούς, κάνουν καλή χρήση τους και φεύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο αληθι­νά πλούσιοι, πλούσιοι σε κα­λά έργα σε αγάπη και χάρη Θεού.
Να σε ρωτήσω όμως, γιατί, τέλος πάντων, θεωρείς τον πλούτο αξιοζήλευτο; Γιατί καλοτυχίζεις όσους έχουν πολλά χρήματα; Ποια είναι η διαφορά του πλού­σιου από τον φτωχό; Άνθρωποι δεν είναι και οι δύο; Θα σου από­δείξω, μάλιστα, ότι ο ένας έχει την ανάγκη του άλλου, έτσι ώστε ούτε ο πλού­σιος μπορεί να ζήσει δίχως τον φτωχό, ούτε ο φτωχός δίχως τον πλούσιο. Ο Θεός οικονόμησε σοφά αυτή την αλληλεξάρτηση, για να υπάρχει αμοιβαία αγάπη και συμπαράσταση, κοινωνική συνοχή και ευταξία. Πρέπει, μάλιστα, να τονίσω, ότι οι πλούσιοι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη των φτωχών παρά οι φτω­χοί των πλουσίων.
Ας αφίσουμε για λίγο τη διδασκαλία του Χριστού και τα πνευματικά κρι­τή­ρια, και ας δούμε το θέμα μόνο λογικά και πρακτικά. Και για να το κα­τα­λάβεις, σου λέω ένα παρά­δειγμα: Ας υποθέσουμε ότι χτίζονται δύο πό­λεις, και με νόμο ορίζεται ότι στη μία θα κατοικούν μό­νο πλούσιοι, ενώ στην άλλη μόνο φτωχοί. Αν στην πόλη των πλου­σίων δεν υπάρχει ούτε ένας φτωχός και στην πόλη των φτωχών ούτε ένας πλούσιος, ας δούμε ποια θα μπορέσει να ικανοποιήσει καλύτε­ρα τις ανάγκες της.
1. Στην πόλη, λοιπόν, των πλουσίων δεν θα υπάρχει τεχνίτης, ούτε χτί­στης, ούτε μαραγκός, ούτε τσαγκά­ρης, ούτε φούρναρης, ούτε γεωρ­γός, ούτε σιδεράς, ούτε άλλος κανένας. Γιατί ποιος πλούσιος θα κατα­δε­χό­ταν να ασκήσει κάποιο απ’ αυ­τά τα επαγγέλματα, τη στιγμή που και ό­σοι τα ασκούν, όταν πλουτίσουν, τα εγκαταλείπουν; Έτσι, όμως, πώς θα μπο­ρέ­σει να συντηρηθεί η πόλη; Δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά να κα­ταρ­γη­θεί ο νόμος, που θέσαμε στην αρχή, και να κληθούν τεχνίτες, για ν’ α­ντι­μετωπίσουν τις πρακτικές ανάγκες.
2. Ας δούμε τώρα και την πόλη των φτωχών. Αν, όπως ορίσαμε, δεν έχει κα­νέναν πλούσιο κάτοικο αλλά και κανένα πλούτο, ούτε χρυσάφι, ού­τε ασήμι, ούτε πολύτιμα πετράδια, ούτε πορφυρά και χρυσοΰφαντα εν­δύ­ματα, ποια γνώμη έχεις; Κάτω από τέτοιες συνθήκες, θα είναι δύσκολη η ζωή της πόλης; Καθόλου. Γιατί, αν χρειαστεί να χτίσουν σπί­τια ή να κατεργαστούν το σίδερο ή να υφάνουν ρούχα, δεν χρειά­ζονται χρυσάφι και ασήμι και μαργαριτάρια, αλλά τέχνη και χέρια. Κι αν πρέπει να σκάψουμε και να καλλιεργήσουμε τη γη, πλούσιοι ή φτω­χοί μας χρειά­ζο­νται; Οπωσδήποτε φτωχοί. Πού θα χρειαστούμε, λοι­πόν, τους πλου­σί­ους, εκτός κι αν αποφασίσουμε να κατεδα­φί­σου­με την πόλη;
Βλέπε λοιπόν ακόμα και λογικά· παραλογισμός είναι ο πλούτος και αυ­ταπάτη. Εγωιστική ανάγκη ισχύος και αρρώστια μεγαλομανίας.
Άχρηστοι είναι οι πλούσιοι, ναι, άχρηστοι, εκτός κι αν είναι ελεήμονες και φιλάνθρωποι. Μα, δυστυχώς, λίγοι πλούσιοι, πολύ λίγοι ξεχωρίζουν για τη φιλανθρωπία τους.
Οι περισσότεροι είναι βουτηγμένοι στη φιλαυτία, την ασπλαχνία, την αμαρτία. Γι’ αυτό μην τους ζηλεύεις. Εσύ να σκέφτεσαι τον Πέτρο και τον Παύλο, να σκέφτεσαι τον Ιωάννη και τον Ηλία, να σκέφτεσαι τον ίδιο το Χρι­στό, ο οποίος δεν εί­χε που να γείρει το κεφάλι Του. Μιμήσου τη φτώχεια Εκεί­νου και των αγίων Του, που ήταν στερημένοι από τα υλικά αγαθά, είχαν, όμως αμύθητα πνευματικά πλούτη.
Να θυμάσαι πάντα και τη διακήρυξη του Κυρίου, που βεβαίωσε πως εί­ναι πολύ δύσκολο να σωθεί  πλού­σιος: «Όσοι έχουν χρήματα, πολύ δύ­σκο­λα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού. Πιο εύκολο είναι να πε­ράσει καμή­λα μέσ’ από βελόνας τρύπα, παρά να μπει πλούσιος στη βα­σιλεία του Θεού» (Λουκ. 18:24-25).
Δίπλα σ’ αυτή τη θεϊκή διακήρυξη βάλε, αν θέλεις, όλο το χρυσάφι της γης, και θα δεις ότι δεν αντισταθ­μίζει τη ζημιά, που θα σου προξε­νήσει η κα­τοχή του. Ακόμα, δηλα­δή, κι αν είχες δικές σου την ξηρά και τη θάλασσα, τις χώρες και τις πολιτείες της οικουμένης, αν δούλευε για σένα η ανθρω­πότητα, αν έδιναν για χάρη σου οι πηγές χρυ­σάφι αντί για νερό, και τότε θα έλεγα πως δεν αξίζεις απολύτως τίποτε, αφού θα έχανες την βασιλεία των ουρανών.
Τι πιο ανόητο, λοιπόν, από το να μη γνωρίζεις πως θ' αποκτή­σεις το με­γα­λύτερο κέρδος; Γιατί τα χρήματα πρέπει να τ’ αποκτά­ει κανείς σαν πραγ­ματικός κύρι­ος κι όχι σαν δούλος τους.Κανείς δεν είναι πιο άμυαλος από τον δούλο των χρημάτων. Νομίζει ότι τα εξουσιάζει, ενώ εκείνα τον εξου­σιάζουν. Ενώ στην πραγματικότητα έχει σκλαβώσει τον εαυτό του, ικανοποιείται σαν να είναι αφέντης. Ενώ βλέπει έναν λυσσασμένο σκύ­λο να ορμάει εναντίον της ψυχής του, αντί να τον δέσει και να τον λιώσει από την πείνα, του δίνει όλο και περισσότερη τροφή, για να γί­νει πιο φοβερός και να του επιτε­θεί με μεγαλύτερη ορμή.
Ο φτωχός δεν λαχταράει τόσο τα αναγκαία, όσο ο πλούσιος τα περιττά. Ο Θεός σ’ έκανε πλούσιο για να βοηθάς όσους έχουν ανά­γκη, για να βρεις τη συγχώρηση των αμαρτημάτων σου με τη φι­λανθρωπία. Δεν σου έδωσε χρή­ματα για να τα φυλάς και να κα­ταστραφείς, αλλά για να τα μοιρά­ζεις και να σωθείς. Γι’ αυτό το λόγο έκανε και τον πλούτο αβέβαιο, πρό­σκαι­ρο, ασταθή, για να ελαττώσει τη μανία σου για χρήματα.
Πες μου, ποιος ήταν φτωχότερος από τον προφήτη Ηλία; Κι όμως, μέσα σε τέτοια φτώχεια, ήταν ανώ­τερος και μακαριότερος απ’ όλους τους πλου­σίους. Γιατί η πλούσια καρδιά του θεωρούσε πως όλου του κόσμου τα χρήματα δεν αξίζουν τί­ποτα, αν συγκριθούν με τη ζωή κοντά στο Θεό. Αν θεωρούσε σπου­δαία τα πράγματα του κόσμου τούτου, δεν θα είχε μόνο μια μηλωτή. Γι’ αυτόν το λόγο, όταν ανέβαι­νε με το πύρινο άρμα στον ουρα­νό, τίποτ’ άλλο δεν άφησε στο μα­θητή του Ελισαίο, παρά μόνο αυ­τή τη μηλωτή. «Μ’ αυτήν», του είπε, «πάλεψα ενάντια στο διάβολο. Πάρε την κι εσύ, λοιπόν, και κάνε το ίδιο. Γιατί η ακτημοσύνη είναι όπλο ισχυρό, ακαταγώ­νι­στο». Κι ο Ελισαίος δε­χτηκε τη μηλωτή σαν την πιο μεγάλη κληρονομιά. Πράγ­­ματι, άξιζε περισσό­τε­ρο απ’ όλο το χρυσάφι της γης. Μ’ εκείνη τη μηλωτή έγινε διπλός Ηλίας, προ­φή­της και θαυματουργός.
Τι θα κάνετε, όμως, όταν σας αποδείξω πως όλοι πήραμε κάτι άλλο, α­σύ­γκριτα πολυτιμότερο απ’ αυτό που πήρε εκείνος; Ο Ηλίας, δηλαδή, ανεβαί­νοντας στον ουρανό, άφησε στο μαθητή του τη μη­λωτή του. Και ο Υιός του Θε­ού, ανεβαίνοντας στον ουρανό, άφησε σ’ εμάς τη Σάρκα Του.
Όταν, λοιπόν, χάνουμε περιου­σίες και χρήματα, να μην ταραζόμαστε, αλ­λά να λέμε: «Ας είναι δο­ξασμένος ο Θεός, και θα βρούμε πλούτο πολύ με­γα­­λύτερο». Όσο θα ωφεληθούμε μ' αυτόν μόνο το λό­γο, δεν θα ωφεληθούμε ούτε αν ξοδεύουμε ό,τι έχουμε σε αγαθοεργίες, ούτε αν γυρίζουμε παντού ανα­ζητώντας φτωχούς, για να τους βοηθήσουμε, ούτε αν σκορπάμε τα λεφτά μας για να προσφέρουμε φαγητό στους πεινασμένους.
Γι’ αυτόν το λόγο δεν θαυμάζω τόσο τον Ιώβ, επειδή είχε το σπίτι του ανοιχτό σ’ εκείνους που χρει­άζονταν βοήθεια, όσο γιατί με ευχαριστία και δο­­ξολογία του Θεού σήκωσε την απώλεια των αγαθών του. Όποιος μπορέσει, όταν δοκι­μάσει συμφορά, να πει ειλικρινά και αγόγγυστα ό,τι είπε εκεί­νος: «Ο Κύριος μου έδωσε όσα είχα, ο Κύριος μου τα πήρε» (Ιώβ 1:21), μό­νο για το λόγο τούτο θα ανακηρυ­χθεί δίκαιος μαζί με τον Ιώβ και θα σταθεί ένδοξος κοντά στον Αβραάμ.
Όταν ο διάβολος αρπάζει τον πλούτο σου μ’ οποιονδήποτε τρό­πο κι εσύ δοξολογείς τον Κύριο, πληγώνεις διπλά τον εχθρό, αφε­νός γιατί δεν λυπή­θη­κες για όσα έχασες, κι αφετέρου γιατί δέχε­σαι ακόμα και τη δυστυχία ευχα­ριστώντας το Θεό! Ο διάβολος, αν δει ότι στενοχωριέσαι για την απώ­λεια των χρη­μάτων και τα βάζεις με το Θεό, ποτέ δεν θα πάψει να σου προξενεί πα­ρόμοιους πειρα­σμούς. Αν, όμως, σε δει να αντιμε­τωπίζεις και τη με­γαλύ­τερη ακό­μα καταστροφή με ιώβεια υπομο­νή και μακροθυμία, θα σταματή­σει να σε πολεμάει, για να μη σου εξασφαλίσει, χωρίς να το θέλει, λα­μπρότερα στε­φάνια. Και ο μεν Ιώβ, χάρη στη θεάρεστη στάση του, πή­ρε πίσω διπλά εκείνα που είχε χά­σει. Εσύ, όμως, όχι μόνο διπλά και τριπλά, μα εκατοντα­πλά­σια θα τα πάρεις όλα, αν υπομείνεις με πνευ­ματική γενναιότητα τις συμ­φορές, και, το σπουδαιότερο, θα κληρονο­μήσεις την αιώνια ζωή, την οποία εύχομαι ν' απολαύσουμε όλοι μας, με τη χάρη του Κυρίου
πηγη.enoriako info

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου